Τρίτη, Ιουλίου 29, 2008

S i n f o n i a – σ υ μ φ ω ν ί α τ ο υ χ ρ ό ν ο υ


Ναι!
Συναίνεσε ο Χρόνος
Έτρεξε βήμα με ταχύτητα την πιο μικρή σου σκέψη,
Ευλογημένη διατάραξη,
Πάντοτε ζούσες να την περιμένεις
Χρόνια
Γυρίζοντας
Στο ίδιο σημείο πάντοτε βρισκόσουν, της αρχής
Του τέλους
Ο μίτος ένας κύκλος δίχως κόμπο.

Ναι!
Όχι, δεν είπες όχι, στον κρατημένο χώρο για το ναι
Έσκαψες να συλλάβεις σώμα
Που ακόμα ούτε μορφή, ούτε όνομα, μόνο το άγγιγμά του νιώθεις
Και το ξέρεις που σώμα σου έγινε.

Ήρθε να σε βρει
Σαν πάντα ανέτοιμο,
Σαν πάντα ολάνοιχτο στρωμμένο χώμα κάτω από μετεωρισμό
Να γέρνουν οι αγαπημένοι ν’ αναπαύονται στις σκέψεις που ζέσταινες
Αν και σε τόπο ξένο, εχθρικό πριν απ’ τη σύλληψη.
Όμως να,
Ακούγεται φωνή αναπάντεχη ώρα
Όπως ερχόταν καθαρή απ’ το πάντοτε
Κι έκλεινε πίσω σου σταυρώνοντας τις πόρτες
Όρθια, μες στον άνεμο πατώντας πάνω, κραταιά ως αιωνιότητα.

Έτσι βουβά, όπως γυρίζεις το βλέμμα,
Γύρισε ο κόσμος.

Και τώρα οι δυο μας Εγώ
Κι ανάμεσα
Μεταίχμιο κορμί που πάνω του φιλιά δαγκωματιές γράφω ποιος είμαι.

Ο πολύς, ο ατέλειωτος χρόνος
Απλώνεται
Σαν γενέθλια μέρα
Δίχως τέλος ορθώνεται γύρω σου

Μ’ ανοιχτές τις παλάμες ορίζοντα
Καρφωμένος σαν κέντρο από δρόμους φυγόκεντρους
Ξυπνούσες και κοιμόσουν με σύμβολο στα δυο σπασμένο μισό όνειρο
Τ’ άλλο μισό ψάχνοντας να συμπληρώσεις ανάγλυφα πρόσωπα άγνωστα
Μέλλον σου, πώς μπερδεύεται τώρα παρόν!

Ξαφνική, κατακόρυφη ανάληψη ως τον τόπο που σου ’λαχε
Πάνω σε γραμμές τραβηγμένες
Όταν πολύ πριν γεννηθείς εκείνος έλεγε
Και έκλαιγε πικρά
Μην και χυθεί απ’ τις παλάμες το φως το τρεμάμενο
Ακυρίευτο τον αφήνει και έρχεται, τώρα φως σου.

Έγινε κρίκος σφιχτός στο λαιμό και στη γλώσσα
Η αλήθεια συμπύκνωση έξω απ’ το σώμα σου
Που με μόχθους πολλούς, με ζητώ, ό,τι απέμεινε
Απ’ τα άνυδρα φρέατα, απ’ τα όνειρα τα ξερικά
Τη δροσίστηκες.

Ναι λοιπόν!


Δευτέρα, Ιουλίου 21, 2008

Paul Celan

Υπήρχε χώμα μέσα τους, και
αυτοί έσκαβαν.

Έσκαβαν κι έσκαβαν, έτσι περνούσε
η μέρα τους, η νύχτα τους. Και δε λάτρευαν θεό,
που, έτσι είχαν ακούσει, όλα αυτά τα ήθελε,
που, έτσι είχαν ακούσει, όλα αυτά τα γνώριζε.

Έσκαβαν και δεν άκουγαν τίποτα πια,
δεν έγιναν σοφοί, δεν επινόησαν κανένα τραγούδι,
δε βρήκαν καμιά γλώσσα.
Έσκαβαν.

Ήρθε γαλήνη, ήρθε θύελλα,
ήρθαν όλες οι θάλασσες.
Εγώ σκάβω, εσύ σκάβεις, σκάβει ως και το σκουλήκι,
κι αυτό που τραγουδά εκεί λέει: σκάβουν.

Ω ένα, κανένα, ουδένα, ω εσύ:
πού πήγε αυτό που δεν πήγαινε πουθενά;
Ω εσύ σκάβεις κι εγώ σκάβω,
κι εγώ σκάβω εντός μου ως εσένα
και στο δάχτυλό μας ξυπνά το δαχτυλίδι.



από το βιβλίο του Paul Celan, Die Niemandsrose
μετάφραση Γ.Ε.
(dem Fürsten)

Τετάρτη, Ιουλίου 16, 2008

Emily Dickinson


I died for beauty


Πέθανα για την ομορφιά
Κι έρημη με έβαλαν στον τάφο
Κι έναν που πέθανε γι’ αλήθεια
Δίπλα μου έθαψαν μονάχο.

Ρώτησε γιατί είχα πεθάνει
Και είπα «για την ομορφιά»
«Εγώ» είπε «για την αλήθεια,
κι είμαστε τώρα συντροφιά».

Κι έτσι μια νύχτα σαν αδέλφια
Μιλήσαμε απ’ τα δώματά μας
Ώσπου έφτασαν στα χείλη μούσκλια
Και κάλυψαν τα ονόματά μας.

μετάφραση Γ.Ε.

αχ, Έμιλυ, Έμιλυ, σήμερα μου έκανες ένα δώρο ανέλπιστο, που από καιρό ζητούσα...


Κυριακή, Ιουλίου 13, 2008

Τάσος Λειβαδίτης



  • Ο πρώτος στίχος
  • Οι ορτανσίες
  • Το παράπονο του ποιητή


(από τα Χειρόγραφα του Φθινοπώρου)


Πέμπτη, Ιουλίου 10, 2008

Rainer Maria Rilke


Alles noch nie gesagte



Πιστεύω σε όσα ανείπωτα ως τώρα παραμένουν.
Οι πιο μεγάλοι πόθοι μου θέλω να εκπληρωθούν.
Όσα δεν τόλμησε κανείς ποτέ να λαχταρήσει
Πρέπει για μένα πάντοτε να μοιάζουν προσταγή.

Αν είναι αμάρτημα αυτό, συχώρα με, Θεέ μου
Μα θέλω τώρα μοναχά ετούτο να σου πω:
Η πιο μεγάλη δύναμη πρέπει να είν’ η ορμή μου
Δίχως θυμό, χωρίς οργή, κανένα δισταγμό
Έτσι όπως τα μικρά παιδιά κι εσένα σ’ αγαπούν.

Σ’ αυτή την ξέχειλη, γοργή κι ορμητική πορεία
Μέσα από χίλιες αγκαλιές σε θάλασσα ανοιχτή
Όπως θεριεύει η κίνηση εμπρός και προς τα πίσω
Θέλω να εξομολογηθώ, θέλω να σου μιλήσω
Όπως κανείς ως σήμερα δεν σου ’χει απευθυνθεί.

Κι αν είν’ αυτό αλαζονικό, ας είμαι αλαζόνας
Ώστε να στέκει αντίκρυ σου αυτή μου η προσευχή
Τόσο σεμνή και μοναχή,
Μπροστά στο νεφελόγερτο ωραίο μέτωπό σου.

μετάφραση Γ.Ε.

Τρίτη, Ιουλίου 08, 2008

Pablo Neruda

Γερμένος τ' απογεύματα ρίχνω τα δίχτυα της θλίψης μου
στα ωκεάνειά σου μάτια.

Εκεί στην μέγιστη πυρά η μοναξιά μου θεριεύει και φουντώνει,
κλείνοντας την αγκαλιά μου σαν του πνιγμένου.

Στέλνω μηνύματα κινδύνου στην απουσία των ματιών σου
των μυρισμένων θάλασσα ή ακτή δίπλα στον φάρο.

Απομένεις στο σκοτάδι, μακρινή γυναίκα,
στο βλέμμα σου κάποτε αναδύεται ακρογιαλιά του τρόμου.

Γερμένος τ' απογεύματα τινάζω τα δίχτυα της θλίψης μου
στη θάλασσα που συντρίβεται απ' τα ωκεάνειά σου μάτια.

Τα νυχτοπούλια ραμφίζουν τα πρώτα αστέρια
που λάμπουν όπως η ψυχή μου όταν σ’ αγαπώ.

Καλπάζει η νύχτα πάνω σε σκοτεινή φοράδα
σκορπίζοντας γαλάζια στάχια στον κάμπο.



Pablo Neruda, Veinte poemas de amor
y una canción desesperada, 1924
(Poema 7)
μετάφραση Γ.Ε.

Κυριακή, Ιουλίου 06, 2008

Paul Éluard


Η αγαπημένη

Όρθια στέκει πάνω από τα βλέφαρά μου
Και τα μαλλιά της είναι μέσα στα δικά μου
Έχει το σχήμα των χεριών μου
Έχει το χρώμα των ματιών μου
Βυθίζεται μες στη σκιά μου
Όπως λιθάρι μες στον ουρανό

Τα μάτια της πάντ’ αγρυπνούν
Και δε μ’ αφήνει πια να ησυχάσω
Τα όνειρά της μες στο πλέριο φως
Κάνουν τους ήλιους να αχνίζουν
Κάνουν κι εμένα να γελώ, να κλαίω μα και να γελώ,
Και να μιλώ δίχως να έχω τίποτα να πω.

μετάφραση Γ.Ε.

Τετάρτη, Ιουλίου 02, 2008

3-7-2008




Και δε μιλώ σε σένα,
γιατί αύριο θα ’ρθείς.