Τρίτη, Δεκεμβρίου 15, 2009

Percy Bysshe Shelley, The Devil's Walk



Στο νέο τεύχος της Ποιητικής

Percy Bysshe Shelley "The Devil's Walk"
Ποιητικές επιροές και ποιητικό εργαστήριο
(εισαγωγή-μετάφραση Γιάννης Ευθυμιάδης)

η ανάπτυξη του πολιτικού ποιήματος
"The Devil's Walk" του Shelley

και η επίδραση του παλιότερου ποιήματος
των Samuel Taylor Coleridge και Robert Southey
"The Devil's Thoughts"


Δευτέρα, Οκτωβρίου 05, 2009

radio-days...


Η Μαρία Ροδοπούλου και το Radio Bubble


σας προσκαλούν στις 6/10/2009

στις 9 το βράδυ στην εκπομπή

"60 Λεπτά στην Αρένα των Λέξεων"


σε μια περιήγηση της δυναμικής αισθητικής

των συναισθημάτων των λέξεων

ελευθερώνοντας την όραση


στην Ποιητική του Γιάννη Ευθυμιάδη



Καλή Ακρόαση


http://www.radiobubble.gr/audio/user/1092


Κυριακή, Σεπτεμβρίου 06, 2009

Παρασκευή, Ιουνίου 19, 2009

Ανέκδοτα ποιήματά μου με μουσική του Δημήτρη Μαραμή στο Dasein



Την Κυριακή (21/6) στις 9 το βράδυ στο Dasein

(Σολωμού 12, Εξάρχεια)


ΠΟΙΗΤΙΚΗ Α-PARTY-A

από το Poetry Now

-πολλοί φίλοι ποιητές θα διαβάσουμε ποιήματά μας-


Θα διαβάσω
ανέκδοτα ποιήματά μου.


Ζήτησα από έναν πολύ αγαπημένο μου συνθέτη,

τον Δημήτρη Μαραμή
,

να μου "δανείσει" κάποιες από τις εξαίσιες μουσικές του
για να ακουστούν ανάμεσα και πλάι στα λόγια μου.


Ο Δημήτρης διάβασε τα ποιήματα και...
έγραψε μουσική για να ακουστεί ειδικά την Κυριακή το βράδυ
μαζί με τα ποιήματά μου.

(Δημήτρη σ' ευχαριστώ μέσα απ' την καρδιά μου)

Μακάρι να συμβαίνουν πάντα τόσο όμορφα πράγματα στη ζωή μας...


Το χέρι σου που κράτησα μια νύχτα στην καρδιά μου, τόσο κοντά
τι άκουσε; Τι τάχα να του είπε η καρδιά μου;
Τι της απάντησε
και δεν μπορεί πια να χτυπά αυτή, και δεν μπορεί ξανά ν' αγγίζει αυτό;
Έχω δει, νύχτα, την καρδιά μου να χαϊδεύει, με αγωνία να ψηλαφά,
έχω ακούσει όλη μέρα να χτυπάει το χέρι σου, τακ-τακ-τακ-τακ
πάνω στο ξύλο μιας απείθαρχής μου σκέψης.
Το χέρι που δεν είναι χέρι μόνο λέγεται.
Και η καρδιά που πια δεν είναι μόνο λέει.
Το χέρι χέρι κι η καρδιά καρδιά -
να μη μας πάρουν μυρωδιά
πως τ' ανταλλάξαμε.

Τρίτη, Ιουνίου 09, 2009

ΠΟΙΗΤΙΚΗ Α-PARTY-A






Γιορτάζοντας τα τρία χρόνια λειτουργίας του στο Dasein
το Poetry Now σας προσκαλεί στην
ΠΟΙΗΤΙΚΗ Α-PARTY-A

Ποιητές γλωσσοκεντρικοί, περφόρμερ, ρομαντικοί. Ποιήματα από στήθους, ηχογραφημένα, μελοποιημένα. Νέοι έλληνες και ελληνίδες δημιουργοί με το μικρόφωνο στο χέρι ή την επιλογή τους στα deck, ανεβασμένοι στο τραπέζι ή βυθισμένοι στον καναπέ ζωντανεύουν στίχους αγαπημένων τους ποιητών (του εαυτού τους, ομοίως) σε μία βραδιά που η ποίηση θα βγεi... εκτός εαυτού.


Μεταξύ άλλων ποιητών και μη θα διαβάσουν, θα θεατρικοποιήσουν ή απλώς θα επιλέξουν ποιήματα στα deck οι: Γιώργος Χαντζής, Μαρία Τοπάλη, Κατερίνα Ηλιοπούλου, Δούκας Καπάνταης, Πατρίτσια Κολαίτη, Γιάννης Στίγκας, Δημήτρης Άλλος, Γιάννα Μπούκοβα, Βασίλης Κάρδαρης, Ιορδάνης Παπαδόπουλος, Αλέξανδρος Απέργης, Δήμητρα Κωτούλα, Σταμάτης Πολενάκης, Γιάννης Ευθυμιάδης, Μιχάλης Παπαντωνόπουλος....


Τα ποιήματα κυκλοφορούν ανάμεσά μας και οποιοσδήποτε μπορεί να κλέψει την παράσταση. Εσύ;

Κυριακή 21 Ιουνίου, 9μμ - Dasein, Σολωμού 12, Εξάρχεια



Πέμπτη, Ιουνίου 04, 2009

Nicanor Parra - Padre Nuestro


στην Τ. που της αρέσει

Πάτερ ημών, στους ουρανούς,

μύρια προβληματάκια έχεις.
Έτσι που είσαι σκυθρωπός,
σαν άνθρωπος απλός μου μοιάζεις.
Μην πολυανησυχείς για μας.

Το ξέρουμε πως υποφέρεις,
που δεν μπορείς πάντα να έχεις το σπίτι σου σε μία τάξη.

Ξέρουμε πως ο Σατανάς δεν σε αφήνει σε ησυχία
και καταστρέφει ό,τι φτιάχνεις.

Εκείνος σε περιγελά
μα όλοι εμείς σε συμπονούμε.

Πατέρα, που είσαι εκεί ψηλά,
από αγγέλους κυκλωμένος, άπιστους,
μα ειλικρινά
μην πάσχεις τόσο πια για μας.
Λάβε υπ’ όψη σου και ότι
και οι θεοί σφάλματα κάνουν.
Κι όλους εμείς τους συγχωρούμε.

μετάφραση Γ.Ε.


Δευτέρα, Ιουνίου 01, 2009

animo et corpore...




Απόψε στη Στοά του Βιβλίου
έγινε η παρουσίαση της
Ανθολογίας Νέων Ελλήνων Ποιητών

"Το Καινούργιο Εντός ή Πέραν της Γλώσσας"

Ο ηθοποιός Παύλος Εμμανουηλίδης διάβασε έξοχα το παρακάτω ποίημά μου
(και για να παραλλάξω τα λόγια του Ρίτσου
"οι ποιητές διαβάζουν σωστά,
αλλά οι ηθοποιοί διαβάζουν...ωραία!")

Η μετάφραση είναι του Γιάννη Γκούμα (τον ευχαριστώ θερμά)



(πατήστε πάνω στην εικόνα για μεγέθυνση)



Τετάρτη, Μαΐου 13, 2009

Ποίηση στα Εξάρχεια




Την Κυριακή 17 Μαΐου στις 7.30 το απόγευμα σε ανοιχτή εκδήλωση στην πλατεία Εξαρχείων διαβάζουν ποιήματά τους:

η Μαριγώ Αλεξοπούλου
ο Γιάννης Ευθυμιάδης
η Έλλη Παπαγεωργίου
η Αριστέα Παπαλεξάνδρου
και ο Μιχάλης Παπαντωνόπουλος

την επιμέλεια της παρουσίασης έχει ο ηθοποιός Πέτρος Αλατζάς

(μια ωραία ευκαιρία να δοκιμάσουμε τις αντοχές της ποίησης σε ανοιχτό χώρο,
για ανοιχτούς ανθρώπους, με...ανοιχτό πρόγραμμα)




Κυριακή, Απριλίου 26, 2009

στον Γ. Ρ.


Μα μήπως και τα χρόνια που δεν σε γνώριζα
μια εξορία δεν ήταν; Τώρα πια
πολιτογραφήθηκα ενάρετος στη βασιλεία σου.
Υποτάσσομαι και νομιμοφρονώ.

Μ’ έδιωξαν σε πολλές εξορίες. Χειρότερη ήταν
ανάμεσα στους ανθρώπους.
Να μην ακούν ούτε τον ψίθυρο ούτε το ουρλιαχτό.
Εγώ να φωνάζω στα κύματα, να ασκώ τη φωνή μου
για το ανεπίδοτο. Μάτωνα ελπίδα, ο φόβος μου
υπερνικούσε τα απίστευτα.
Ήμουνα πλέον ένας ατόφιος ήρωας. Κανείς
δεν έπρεπε να ξέρει, ούτε οι προστάτες ούτε οι δήμιοι,
πως έκλαιγα τις νύχτες κάτω απ’ το πρόσωπο του αλώβητου,
πως κράταγα υπομονή με σαπισμένα δάχτυλα
– ευτυχώς, αντί για την ψυχή μου. Ώσπου ήρθες εσύ.
Ωραίος πρίγκιπας , κι ωραίος πάει να πει στην ώρα του.
Είχα επιτέλους μιαν εικόνα να κοιτάζω,
τόσο που είχα ξεχάσει πια για χρόνια τη μορφή μου.
Ολοκάθαρο κάτοπτρο με το είδωλό μου να του μοιάζω,
κάποιον να με θαμπώνει.
Πήγαινα πίσω απ’ την επίπεδη επιφάνεια, τη γυαλιστερή,
για να σε βρω – πουθενά. Εσύ φανερωνόσουν
μόνον όταν σε κοίταζα κατάματα, για θαυμασμό
ή για αναμέτρηση.

Πέμπτη, Απριλίου 02, 2009

ΔΥΟ ΠΟΤΑΜΙΑ


d. F.

Δύο ποτάμια έσμιξαν
-άκου τον παφλασμό-
κι ύστερα πάλι χώρισαν,
έτσι έπρεπε να γίνει.
Ίσως ξανά δε φτάσουνε
στον ίδιο οργασμό,
όμως από το σμίξιμο
κάτι έμελλε να μείνει.
Κοίτα ασημένια αφρόψαρα!
Μενεξεδιά πουλιά!
που κολυμπούν και παίζουνε
τριγύρω απ' τα νερά τους!
Μη μου ζητάς ποτέ να πω
το πώς και το γιατί,
το λιγοστό που απόμεινε
απ' τη σβηστή χαρά τους...


Σάββατο, Μαρτίου 28, 2009




τι είναι ο ποιητής;

Ασημιά κουδούνια αντηχούν στον δρόμο
πούθε πας μικρό μου ηλιοχιόνιστο
- Πάω στις μαργαρίτες πέρα στο λιβάδι
πράσινο λιβάδι - σα ζωγραφιστό

- Πούθε πας μικρό μου διόλου δεν φοβάσαι
πέρα είν' το λιβάδι - ώρες μακριά
- Η δικιά μου αγάπη διόλου δεν φοβάται
τ'ανοιχτό τ'αγέρι την δεντροσκιά

- Τότε να φοβάσαι γιόκα μου τον ήλιο
ακριβό μου αγόρι ηλιοχιόνιστο
- Τα μαλλιά μου ο ήλιος τάκαψε για πάντα
κι είμαι ασπρομάλλης δυο χρονώ μωρό

F. G. Lorca

(απόδοση στα ελληνικά Λευτέρης Παπαδόπουλος)



Πέμπτη, Μαρτίου 19, 2009

Γιάννης Κεφαλληνός




Ο Γιάννης Κεφαλληνός (1894-1957) γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια από αστική οικογένεια με κεφαλλονίτικες και χιώτικες ρίζες. Λαμπρός μαθητής, με επιδόσεις στα μαθηματικά, ανακάλυψε πολύ νωρίς την καλλιτεχνική του κλίση καί, παρά τις αντιρρήσεις των γονιών του, σπούδασε Ιστορία της Τέχνης και ζωγραφική στη Γαλλία, όπου έζησε αρκετά χρόνια. Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1930, για να εκλεγεί καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών ένα χρόνο αργότερα, και οργανώνει το Εργαστήριο Χαρακτικής τελειοποιώντας την τεχνική αυτή. Η τέχνη του βιβλίου τον απασχόλησε ιδιαίτερα, τόσο στη Γαλλία όσο και στην Ελλάδα, ενώ συνεργάστηκε και με τα Ελληνικά Ταχυδρομεία (1950-54) φιλοτεχνώντας γραμματόσημα που απέσπασαν διεθνείς διακρίσεις. Ουδέποτε ενδιαφέρθηκε να προβάλει τη δουλειά του, δικαιώνοντας έτσι το χαρακτηρισμό «ο Σιωπηλός», που του έδωσε ο Π. Πρεβελάκης στη νεκρολογία του. Μόνο δύο ολοκληρωμένες εργασίες του δέχτηκε να παρουσιάσει στο κοινό: Το Παγώνι (1946) και τις Δέκα Λευκές Ληκύθους (1956). Η σχέση του Κεφαλληνού με τους μαθητές του δεν ήταν ποτέ τυπική: ενδιαφερόταν και τους φρόντιζε σαν πατέρας. Η έμφυτη καλοσύνη του (οι συγγενείς τον αποκαλούσαν «Καλογιάννη») και το αίσθημα της αλληλεγγύης και της δικαιοσύνης τον ωθούσαν στην υπεράσπιση των αδυνάτων και της ειρήνης. Το 1954 εκλέγεται διευθυντής της ΑΣΚΤ, θέση που θα τη διατηρήσει μέχρι το θάνατό του. Υπό την ηγεσία του η Σχολή θα ενδιαφερθεί και θα πάρει θέση σε ζητήματα πολιτισμού, ελευθερίας ή ανθρωπίνων δικαιωμάτων —ζητήματα που τον απασχολούσαν πάντα αφού θεωρούσε τη ζωή πρωταρχική αξία χωρίς ιδεολογικούς δογματισμούς: αντιρρησίας συνείδησης κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Μικρασιατική Εκστρατεία, φιλοτέχνησε με τους μαθητές του αφίσες που εμψύχωναν τον λαό κατά τον πόλεμο του '40 και υποστήριξε τον αγώνα της Κύπρου εναντίον της αγγλικής κατοχής
Από το βιβλίο του Ε. Χ. Κασδαγλή «Γιάννης Κεφαλληνός, ο χαράκτης»
































Ο Γιάννης Παππάς μιλά για τον Γιάννη Κεφαλληνό


Ομιλία του Γιάννη Παππά στο Α.Τ.Ι (Φεβρουάριος 1967)Από το «Κείμενα για την Τέχνη», εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1993

Κυρίες και Κύριοι,Όσοι από σας γνώρισαν καλά τον Γιάννη Κεφαλληνό, ίσως να τον φανταστούν τούτη τη στιγμή να χαμογελά. Αυτό το χαμόγελό του, που συχνά γινόταν σαρκαστικό γέλιο και σχεδόν πάντα τελείωνε καλόκαρδα, ήταν από τα πιο χαρακτηριστικά γνωρίσματα του σεβαστού φίλου μας. Έκρυβε τις χωρίς ψεύτικες ντροπές και προκαταλήψεις αυστηρές ιδέες του, τις απόλυτες θέσεις που έπαιρνε όχι μόνο ως προς τους άλλους, αλλά πρώτα έναντι του εαυτού του και που τον οδηγούσαν τελικά στο να εξαντλεί την αυστηρότητά του στη ζωή και στο έργο του, που είναι απόλυτα συνυφασμένα. Μην περιμένοντας πολλά από τους άλλους, έχοντας δει καθαρά γύρω του, παρ’ όλη την απονήρευτη φύση του, κλείστηκε στον εαυτό του εφαρμόζοντας τις δύσκολες αρχές που τον καθοδήγησαν πάντοτε. Δεν έχω την πρόθεση να κρίνω και να αξιολογήσω το έργο του Γιάννη Κεφαλληνού, γιατί δεν είναι δουλειά μου. Η κριτική ανήκει σε άλλους, και τώρα δε μπορώ παρά να θυμηθώ τον επιγραμματικό ορισμό του Στέφανου Μαλλαρμέ: «Le critique et celui qui s’ occupe de se qui ne le regarde pas» - κριτικός είναι ο ασχολούμενος με ό,τι δεν τον αφορά. Δούλευε, λοιπόν, ο αγαπητός φίλος μας, πέρα από την επικαιρότητα και τις μόδες, μέσα σ’ ένα κλίμα που θα το λέγανε οι περισσότεροι ξεπερασμένο, βάζοντας για σκοπό του μιαν απόλυτη έκφραση βασισμένη σε μιαν αδιάσειστη τεχνική, αδιάφορος σε κρίσεις αβασάνιστες αλλά προσεκτικός στο έπακρο για ό,τι μπορούσε να τον βοηθήσει στο να τελειοποιηθεί. Δούλεψε με πάθος σε όλη του τη ζωή, αδιάκοπα, επίμονα. Εχθρός της προχειρολογίας και της αισθητικής του non finito, ήταν αποφασιστικά, πεισματικά, υπέρ της όσο το δυνατόν τέλειας εργασίας. Κάθε εμπειρία τεχνική είχε σκοπό μια καθαρότερη και διαυγέστερη έκφραση για την ολοκλήρωση της κλασικής αντίληψής του για την τελειότητα. Η φυσική του ροπή, η διάθεσή του, η μόρφωσή του, τον έσπρωχνε αναγκαστικά προς την αναζήτηση αυτής της τελειότητας, που περιελάμβανε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του και της τέχνης του. Μα ήταν και ο ίδιος, έτσι όπως τον είχε κάνει ο Θεός, ένας ωραίος, ιδιότυπος, καλοφτιαγμένος άνθρωπος. Υψηλός, λεπτός, με αδρές και χαριτωμένες κινήσεις. Το πρόσωπό του ξερακιανό, με δυνατά κόκαλα και πολύ βαθουλωτά μαύρα μάτια, γκρίζα μαλλιά και μελαψός σαν Βεδουίνος. Μήπως και στο ντύσιμό του δεν υπήρχε η ίδια επιθυμία τελειότητας; Όχι βέβαια γιατί ήταν κομψευόμενος αλλά γιατί αγαπούσε το καλό ύφασμα, το καλοκομμένο ρούχο – χωρίς εκκεντρικότητες επιζητούσε το ασυνήθιστο, και πάντα η εμφάνισή του ήταν αρχοντική. Το ίδιο και περισσότερο ακόμα συνέβαινε με το περιβάλλον όπου ζούσε και δούλευε. Τάξη, καλαισθησία, απλότητα, σχολαστική φροντίδα παντού. Σε λεπτομέρειες προπάντων. Λίγα έπιπλα, από το καλύτερο ξύλο, καμωμένα με δικά του σχέδια, λίγα αντικείμενα, όχι κατ΄ ανάγκην πολύτιμα, αλλά σωστά. Η βιβλιοθήκη του άρτια. Κι εκείνα τα συρτάρια με τα εργαλεία του, με ειδών ειδών κοπίδια, μαχαίρια, πένες, μολύβια, χρώματα, πινέλα, χαρτιά, μελάνια, ό,τι μπορούσε να βάλει ο νους σου, όλα ταχτοποιημένα και έτοιμα. Σίγουρα δεν τα μεταχειριζότανε όλα, αλλά ήταν το μεράκι του τεχνίτη που θέλει να ’χει στη διάθεσή του ό,τι πιο ειδικό και καλό εργαλείο μπορεί ίσως να χρειαστεί. Ο Κεφαλληνός αγαπούσε με πάθος το metier σαν ένας βιοτέχνης – κι είναι σπάνιο για άνθρωπο που έβγαινε από αστικό ευκατάστατο περιβάλλον. Φροντίδα παντού, και στο τραπέζι του φυσικά, που καλαίσθητο και λιτά στρωμένο πρόσφερε πάντα κάτι εκλεκτό και δυσεύρετο. Το εργαστήριό του ήταν τόσο απλό και νέτο, χωρίς ίχνος καλλιτεχνικής αταξίας, που καμμιά φορά ρωτιόμουν αν δούλευε κανείς εκεί. Πέρασε τις περισσότερες ώρες της ζωής του εκεί, μόνος, σκυμμένος στο τραπέζι του, αναζητώντας την τελειωτική και απόλυτη έκφραση. Σε κάθε λοιπόν τρόπο ζωής και τρόπο εργασίας μια πρόθεση, μια αναζήτηση, ένα επίτευγμα τελειότητας. Από νωρίς ο καλλιτέχνης έζησε αποτραβηγμένος. Λίγοι φίλοι, και προπάντων η άξια σύντροφός του Σουζάνα, που πάντα του παραστάθηκε πιστά, ήταν η συνηθισμένη συντροφιά του. Από ιδιοσυγκρασία, από πείρα της ζωής, από το γεγονός ότι κατάλαβε ότι οποίος καλλιτέχνης δουλεύει δεν του φτάνει μια ζωή για να μάθει, από περιφρόνηση προς τη χυδαιότητα αυτών πού προσπαθούν με κάθε θυσία να επιτύχουν, από άμυνα μιας ευαίσθητης καί ευερέθιστης φύσης, από αγάπη της αυτοσυγκέντρωσης, ο Κεφαλληνός έζησε θεληματικά μόνος, βλέποντας λίγους συγγενείς και ακόμα λιγότερους φίλους. Αμίλητος, κλειστός, απότομος με τους ξένους και μ' αυτούς πού θεωρούσε βαρβάρους, γινόταν γλυκομίλητος καί προσηνής με τους φίλους. Ήταν μοιραίο, με τον ερωτά πού είχε προς το απόλυτο, να απογοητευθεί από πολλά κι από πολλούς. Τελικά, νομίζω ότι έκρινε με επιείκεια καί καλοσύνη αλλά προτιμούσε να μη συναναστρέφεται. Την ανεξαρτησία του τη διαφύλαξε επίμονα. Ήταν από τους λίγους πνευματικούς ανθρώπους που δεν έστερξε σε παζάρια καί συναλλαγές. Ούτε τα ισχυρά πρόσωπα της ημέρας ούτε οι υποσχέσεις τους κλόνιζαν τις αποφάσεις του. Μακριά από παρατάξεις πολιτικές ή καλλιτεχνικές, έζησε με μοναδικό σκοπό το συμφέρον της τέχνης του. Οι θυμοί του, μάλλον οι εκρήξεις του, ήταν εκδηλώσεις μιας ανυπόμονης και ευαίσθητης ψυχής. Δεν δίσταζε, καμιά συμβατικότητα δεν τον εμπόδιζε, απότομα, μονοκόμματα, χωρίς περιφράσεις καί πονηρίες, να πει τη γνώμη του. Αλήθεια, μια τέτοια εκδήλωση πού μπορούσε να ενοχλήσει πολύ ήταν (όταν το σκέπτομαι και συγκρίνω με αυτούς πού υπολογίζουν όχι μόνο τί θα πουν αλλά πώς θα το πουν αναλόγως σε ποιόν θα το πουν ή δεν θα το πουν) σαν μια ανάσα αμόλυντου αέρα. Δεν ενδιαφέρει τόσο αν είχε πάντα δίκιο ο Κεφαλληνός ή αν ή σκέψη του δεν ήταν ισχυρότερη ή πιο καλά παρουσιασμένη από άλλη• σημασία είχε ή αυθεντικότητα της εκδήλωσης και το άδολο της πρόθεσης. Θα 'πρεπε τώρα να σας πω μερικά για τη ζωή του. Χρονολογίες, έργα, συμβάντα. Ο Γιάννης Κεφαλληνός γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια την 21η Ιουλίου 1894, από πατέρα Ζακυνθινό καί μητέρα Χιώτισσα. Φοιτά στο Αβερώφειο Γυμνάσιο της Αλεξανδρείας, και το φθινόπωρο του 1912 πηγαίνει στη Γάνδη για να σπουδάσει μηχανική. Ύστερα από ένα χρόνο περίπου φεύγει για το Παρίσι, με σκοπό να αφοσιωθεί στη ζωγραφική. Αλλά σε λίγο αρχίζει ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και γυρίζει στην Αίγυπτο, όπου δεν παύει να εργάζεται στη Σχολή Καλών Τεχνών του Καΐρου, πού τότε είχε Γάλλους καθηγητές. Όταν το 1918 τελειώνει ο πόλεμος, επιστρέφει στο Neuilly και στο St. Cloud, όπου συνδέεται με το χαράκτη Μπελό. Από την εποχή αυτή αρχίζει ή καλλιτεχνική του δράση να ξεπερνά τα όρια της μελέτης. Επιμελείται και εικονογραφεί βιβλία γνωστών Γάλλων συγγραφέων. Η επιτυχία του στο Παρίσι και η εκτίμηση πού βρίσκει προμηνύουν λαμπρή σταδιοδρομία. Το έτος 1924 παντρεύεται και εγκαθίσταται στο Cinq – Mars la Pile στην Τουρραίνη, όπου αγοράζει μια έπαυλη με ένα μεγάλο κήπο. Αμέσως αρχίζει να ασχολείται με την κηποτεχνία με γνώση καί μεράκι. Ζει εκεί για έξι χρόνια στην καρδιά της Γαλλίας, δοκιμάζοντας και εκτιμώντας όλα τα αγαθά πού προσφέρει η μοναδική αυτή περιοχή. Η παραμονή του εκεί αναμφισβήτητα επηρέασε αποφασιστικά τον καλλιτέχνη και διαμόρφωσε πολλές από τις συνήθειες του και τις προτιμήσεις του. Γνωστός ήδη στο Παρίσι σε ευρύ καί εκλεκτό κύκλο, δεν έχει γίνει ακόμα γνωστός στην Ελλάδα. Όμως οι Έλληνες καλλιτέχνες και διανοούμενοι στο Παρίσι τον περιβάλλουν με εκτίμηση. Ιδιαίτερα διακρίνει και καταλαβαίνει την αξία του ο γλύπτης Κώστας Δημητριάδης, διευθυντής της Σχολής Καλών Τεχνών. Κι αυτός εγκαταστημένος στο Παρίσι, έχοντας ήδη διεθνή φήμη, επιστρέφει στην Ελλάδα καλεσμένος από τον Ελευθέριο Βενιζέλο για να αναμορφώσει καί να ξαναζωντανέψει μια Σχολή Καλών Τεχνών αποτελματωμένη. Το έτος 1930 προσκαλεί ο διευθυντής Κώστας Δημητριάδης τον Κεφαλληνό να διεκδικήσει την έδρα της Χαρακτικής. Ο καλλιτέχνης, αφήνοντας μια οργανωμένη ζωή καί μια σίγουρη σταδιοδρομία, γυρίζει στην Ελλάδα. Από το 1930-1932, οπότε διορίζεται καθηγητής, ταλαιπωρείται κάπως από την ελληνική πραγματικότητα, αλλά παρ' όλα αυτά βρίσκει καιρό για να δουλέψει. Κυρίως στη Μύκονο, οπού διαμένει για οκτώ περίπου μήνες καί κάνει μια σειρά από δυνατές καί άρτιες ξυλογραφίες, πού νομίζω ότι έχουν ιδιαίτερη σημασία στο έργο του. Αρχίζει από τότε μια πολύ γόνιμη περίοδος. Η τέχνη της χαρακτικής και ή διδασκαλία της, όπως καί ή τέχνη του βιβλίου, ήταν ως τότε σχεδόν ανύπαρκτες στην Ελλάδα. Δημιουργός του Εργαστηρίου Χαρακτικής της Σχολής των Καλών Τεχνών, πιστεύω ότι δεν είναι υπερβολή αν λεχθεί ότι ό Κεφαλληνός είναι καί ο δημιουργός της χαρακτικής στην Ελλάδα, πού τόσο αξιόλογη εξέλιξη καί διεθνή αναγνώριση βρήκε στους μαθητές του. Γιατί όλοι πέρασαν από τα χέρια του, είτε αναγνωρίζεται είτε όχι, όλοι οι σημερινοί δόκιμοι χαράκτες είναι παιδιά του Κεφαλληνού καί όλοι χρωστούν στη διδασκαλία του τη βαθιά γνώση της τεχνικής, ένα μέρος της γενικής τους καλλιέργειας, καί όσοι κατάλαβαν την τύχη πού είχαν να είναι κοντά σε δάσκαλο, ένα παράδειγμα υποδειγματικής ζωής, αφιερωμένης στην άσκηση της τέχνης. Ο Κεφαλληνός οργανώνει μεθοδικά τη διδασκαλία του περιλαμβάνοντας σ' αυτήν όλα τα είδη της χαρακτικής, ξυλογραφία, χαλκογραφία καί λιθογραφία, προσηλωμένος πάντα στην αυστηρή αντίληψη ότι κάθε είδος τεχνικής στη χαρακτική είναι αυτοτελές καί δεν επιδέχεται σύγχυση ή συνδυασμό με παράλληλες ή άλλες τεχνικές. Από το 1932 έως το 1940 η δραστηριότητα του ως καλλιτέχνη και ως καθηγητή είναι συνεχής. Μετέχει σε εκθέσεις, επιμελείται εκδόσεις και ολοένα προχωρεί την εργασία του. Έργα της περιόδου αυτής είναι η Μπανανιά, η Τσάτσα, το Άλογο, το Πορτραίτο του Καμπάνη, ο Ταύρος, οι ξυλογραφίες για το βιβλίο Ο θάνατος του Μέδικου του Π. Πρεβελάκη. Έρχεται ο πόλεμος και η Κατοχή. Ο Κεφαλληνός δεν παύει την εργασία, και το 1942, στην Επαγγελματική Έκθεση, πού στεγάστηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο, παρουσιάζει ξυλογραφίες καί τρία σχέδια εμπνευσμένα από την πείνα του 1941. Οι Ιταλοί φυλακίζουν τον Κεφαλληνό καί καταστρέφουν δύο από τα σχέδια. Το 1943 εκδίδει το Παγόνι — κείμενο Ζαχ. Παπαντωνίου, ξυλογραφίες και τυπογραφία Κεφαλληνού. Στο έργο αυτό έβαλε όλη τη γνώση του και την προσοχή του. Σύνθεση και λεπτότατη εργασία, πού μόνο όταν ιδείς τα χαραγμένα ξύλα την καταλαβαίνεις πλήρως. Ακολουθούν μετά την Κατοχή υποδειγματικές εκδόσεις έργων, του Καζαντζάκη, του Πρεβελάκη, του Ζαλοκώστα, του Σικελιανού. Για τα Βουκολικά του Θεοκρίτου δημιουργεί νέο τύπο τυπογραφικών στοιχείων. Εργασία επίπονη καί δυσκολότατη. Μόνο αυτή η απαρίθμηση, εκτός από την ποιότητα της εργασίας, αρκεί για να καταδείξει την κεφαλαιώδη σημασία πού είχε ή συμβολή του Κεφαλληνού στην εξέλιξη της τέχνης του βιβλίου στον τόπο μας. Έρχεται ύστερα η περίφημη σειρά των γραμματοσήμων, πού τα συνέλαβε ό Κεφαλληνός όχι σαν κομματάκια χαρτιά κολλημένα σε φακέλους, αλλά σαν μικρά έργα τέχνης άξια να αντιπροσωπεύσουν την Ελλάδα στα μάτια μας και στα μάτια των ξένων, και που όταν τα ξαναβλέπουμε λογαριάζουμε την απόσταση του χθες με το σήμερα. Καταπιάνεται ύστερα, με τη συνεργασία των μαθητών του Λουίζας Μοντεσάντου, Γιώργου Βαρλάμου, Νίκου Δαμιανάκη, με την έκδοση του λευκώματος Δέκα λευκές λήκυθοι του Αρχαιολογικού Μουσείου Αθηνών. Τον Οκτώβριο του 1954 ο Κεφαλληνός εκλέγεται διευθυντής της Σχολής Καλών Τεχνών καί αμέσως, με τον ίδιο ζήλο καί επιμέλεια που έχει στη δουλειά του, αναλαμβάνει τα καθήκοντα του. Τότε συντάσσεται ο Οργανισμός πού δημιουργεί τα φροντιστήρια των εφηρμοσμένων τεχνών και που δυστυχώς δεν πρόφτασε να τα δει σε λειτουργία, αφού ό νόμος ψηφίστηκε το 1958, ενάμιση χρόνο μετά το θάνατο του. Τον Απρίλιο του 1956 οργανώνει στην αίθουσα της Σχολής Καλών Τεχνών έκθεση με όλη την εργασία των ληκύθων. Τον ίδιο χρόνο επανεκλέγεται διευθυντής. Όλη αυτή ή εργασία του κατεξοχήν ακαδημαϊκού διδασκάλου δεν βρήκε, όπως τόσο συχνά συμβαίνει, την επίσημη καί επιβεβλημένη αναγνώριση. Όταν υπέβαλε το έργο του στην Ακαδημία, δεν έτυχε διακρίσεως. Μοιραίο ήταν, αφού είχε μείνει μακριά από κάθε είδους συναλλαγή και μικρότητα. Εξάλλου, δεν έκρυψε ποτέ την περιφρόνηση του για τους δήθεν σοβαρούς, τους δήθεν σπουδαίους, που, οχυρωμένοι πίσω από τίτλους κι αξιώματα, διαπράττουν τις πιο ευτελείς πράξεις σκαρφαλώνοντας στα υψηλότερα καθίσματα, και που αγνοούν κατά κανόνα ό,τι αυθεντικό καί τίμιο γίνεται στον τόπο αυτόν. Στην περίοδο της διευθύνσεως του Κεφαλληνού συνεργάστηκα μαζί του ως υποδιευθυντής του Ιδρύματος. Ας μου επιτραπεί κάτι να πω γι' αυτή την πολύτιμη εμπειρία. Αν καί τυπικός στην εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Κεφαλληνός που όλοι μας αγαπούσαμε καί σεβόμαστε μου 'δειξε αμέσως καί πριν απ' όλα ότι ήμασταν φίλοι, καλλιτέχνες, συνάδελφοι με την ακριβή έννοια της λέξης και όχι διοικητικοί υπάλληλοι πού προσπαθούν να ρίξουν τη δουλειά ο ένας στην πλάτη του άλλου. Δεν θα λησμονήσω πόσες φορές μου είπε όταν μέναμε μαζί αργά στη Σχολή: «Εσύ τώρα πήγαινε στο εργαστήριο σου να δουλέψεις — μένω εγώ». Ήταν φίλος, και μάλιστα γενναιόδωρος. Αυτή η απλή προτροπή πολλά σημαίνει για κάποιον πού ξέρει τη σημασία της ώρας που περνά. Η φιλία του ήταν κάτι πολύ διαφορετικό απ' ό,τι συνήθως συναντούμε, δηλαδή τη φιλαυτία, τον εγωισμό και την επίφαση της φιλίας, συνδυασμένης με πολλά λόγια καί με στόμφο — δύο πράγματα στα όποια είχε απέχθεια ό Κεφαλληνός. Από τον καιρό που τον γνώρισα, όταν ήμουν 18 ετών, το 1931, πάντα μου φέρθηκε σαν σε νεότερο συνάδελφο καί όχι σαν σε μαθητή. Σύμβουλος ειλικρινής καί καλοπροαίρετος, θερμός καί σίγουρος φίλος. Αν καί δεν υπήρξα μαθητής του, νομίζω ότι από το παράδειγμα του έμαθα πολλά. Η ασθένεια και ο θάνατος του ήρθαν σε μια στιγμή ακμής, δραστηριότητας, εξέλιξης σχεδίων για το μέλλον τόσο της Σχολής όσο και της τέχνης του. Παρακολουθήσαμε τότε, εκείνες τις θλιβερές τελευταίες του ημέρες του Φεβρουαρίου 1957, το ψυχικό του σθένος, την καρτερικότητα και τη φιλοσοφημένη υποταγή της μοίρας, του γραφτού. Ο στίχος του αρχαίου ποιητή Βαβρία, που τον είχε διαλέξει ο ίδιος για έμβλημα, είναι αυτό πού ταιριάζει καλύτερα στον σεμνόν άνθρωπο, στον υπερήφανο καλλιτέχνη: ΦΑΙΝΕ ΚΑΙ ΣΙΓΑ



Πέμπτη, Φεβρουαρίου 19, 2009

Κυριακή, Φεβρουαρίου 08, 2009




Ποιος από μας θα καταφέρει να πιαστεί
στα χείλη κοριτσιού αφίλητου
που για μετά δεν έχει ακόμα του νοιαστεί;



Τετάρτη, Φεβρουαρίου 04, 2009

(δια)χρονικά και (επι)καιρικά...


Ο πολύς, ο ατέλειωτος χρόνος
Απλώνεται
Σαν γενέθλια μέρα
Δίχως τέλος ορθώνεται γύρω σου

Μ’ ανοιχτές τις παλάμες ορίζοντα
Καρφωμένος σαν κέντρο από δρόμους φυγόκεντρους
Ξυπνούσες και κοιμόσουν με σύμβολο στα δυο σπασμένο μισό όνειρο
Τ’ άλλο μισό ψάχνοντας να συμπληρώσεις ανάγλυφα πρόσωπα άγνωστα
Μέλλον σου, πώς μπερδεύεται τώρα παρόν!



για τη φίλη που σήμερα έχει..."καιρικά φαινόμενα"...



Τετάρτη, Ιανουαρίου 21, 2009



d. F.


Σε ποιο μου δάχτυλο μπερδεύτηκε η φωνή σου;

όπως στα παγωμένα γκρίζα δέντρα έξω απ' το παράθυρο
που φωναζαν επιστροφή.

Eίναι σαν τους χυμούς μες στα κλαδιά η φωνή σου
αργά κυλάει τρέφοντας, αργά κυλάει πνίγοντας μιαν άνοιξη.

Kαλύτερα η φωνή σου
παρά μια σκοτωμένη εικόνα θάλασσας.

(Κι ας μην ακούω ούτε τη φωνή σου
αρκεί να λιώνει στο μυαλό
σαν καραμέλα η σκέψη σου)


Δευτέρα, Ιανουαρίου 19, 2009



d. F.


Ποιος τρόμαξε, καρδιά μου, τον μικρό Ερωδιό;
Κι απ' όλη την αλήθεια τι θυμάται;
Ποιος ήτανε; Τι θέλησε; Και τώρα πώς μιλά;
Βαθιά μες στην αγάπη πώς κοιμάται;

Τον δ’ επιπλάζοντ' άνεμοι φέροιεν και μελέδωναι.

Κάτι ήξερα που σου ’λεγα να μείνουνε κρυφά
όσα κι αυτός ο φόβος τα φοβάται.




d. F.


Είναι που έχει παγωνιά στον Ρήνο αυτές τις μέρες.

Αλλιώς το μικρό θηρίο δεν κρυώνει, έχει τη ζεστασιά από μια ανάμνηση ή μια μικρούλα προσδοκία.
Έρχονται παγωμένες μέρες κι εδώ πέρα, αν γδυθείς την απροσπέλαστη όψη σου, τη μυστική. Ανασκουμπώσου.
Άφησε τις αφιερώσεις να κάνουν τη δουλειά τους με τον χρόνο κι εσύ κάνε τη δική σου με τον καιρό. Παλιά τραγούδια. Τα έχεις ξαναπεί και με καλύτερη φωνή…
Μόνος με το θηρίο να σου πιέζει το κρανίο από μέσα. Κι έτσι το κεφάλι σου διαστέλλεται. Επιτέλους, πότε θα ακουστεί εκείνος ο κρότος της κατάφασης; Να σε δω να κρατάς το κεφάλι στα χέρια σου. Σαν τρόπαιο. Ή σαν ριπίδι για τη ζέστη. Έτσι αμέριμνα. Να μη θυμάσαι γιατί και πώς βρέθηκε μέσα στις δυο παλάμες.
Όλα σε ένα έκθαμβο καλοκαιρινό παραλήρημα, με την ακοή να παραδίνεται στα τιτιβίσματα και στα τζιτζίκια. Έτοιμη να γίνει ανάμνηση.
Δηλαδή το μέγα έλεος.


Κυριακή, Ιανουαρίου 18, 2009




d. F.


ανοίγεις την πόρτα προς το σκοτεινό δωμάτιο και βλέπεις εσένα. κλείνεις την πόρτα: και πάλι εσύ. γιατί δεν είσαι φίδι, ν' αφήνεις πίσω δέρμα και να κοιτάς μόνο μπροστά. κι όχι, επιτέλους, να κουλουριάζεσαι. κι αυτός ο χειμώνας φτάνει πια στο τέλος του. η αλήθεια είναι έτοιμη να ξεπεταχτεί στο κάθε μάτι του κλαδιού. ανάμεσα στις ζεστές μασχάλες του υβίσκου, λίγο πριν πάρει τη μορφή ενός λουλουδιού που μυρίζει βεβαιότητα - μόνο θανάτου. κι ύστερα; ύστερα η μια πραγματικότητα ενώνεται την άλλη. σε αέναο στροβιλισμό. αυτό λοιπόν είναι αιωνιότητα; αυτό.



Πέμπτη, Ιανουαρίου 15, 2009

το θηρίο στο σπίτι



d. F.


I

Το θηρίο αναδιπλώνεται πάνω στους τοίχους. Το θηρίο με βλέπει. Η αλήθεια είναι ότι αποφεύγει να με κοιτάζει˙ φοβάται μήπως πυρακτωθούν τα μάτια του ή φοβάται μήπως δεν μπορέσω παρά πια μόνο αυτά να κοιτάζω. Η καρδιά μου βρυχάται όπως το φαγκότο μετά το 2:10. Κάθε Παθητική Συμφωνία δεν μπορεί παρά να έχει ένα τέτοιο finale. Adagio lamentoso. Θυμάμαι το alegro con grazia και τώρα που το σκέφτομαι ξαναζώ το alegro molto vivace. Το θηρίο λείπει. Ξυπνώ κι όμως περιφέρεται ακόμη μέσα στο άδειο σπίτι. Μυρίζω παντού την αγωνία του. Γιατί το θηρίο είμ' εγώ...

II

Φοράω τα ρούχα του θηρίου και ντύνομαι το φόβο του. Γιατί θηρίο είναι ακριβώς επειδή φοβάται. Αν λείψει ο φόβος, τότε παύει να είναι θηρίο και γίνεται σκέψη. Έτσι χάνεται στο αχανές.

* * *

Το θηρίο ήρθε έτσι όπως έφυγε˙ σαν ξένος. Ποτέ κανείς δεν θα μάθει πόσα "ευτυχώς" καθρεφτίστηκαν στα πάλλευκα χέρια του.

* * *

Το θηρίο κάθεται με τα πόδια ανοιχτά. Κλειστή έχει μόνο την καρδιά του˙ και κλειδωμένη τη θέληση.

III

Σου μιλάω από τα σπλάχνα του θηρίου˙ με κατασπάραξε. Τώρα η φωνή μου πάλλεται μέσα του αντί για την καρδιά του. Όποιος δεν το 'χει πάθει θα το 'λεγε εκδίκηση.

* * *

Η ζωή με το θηρίο είναι ο εφιάλτης που όλοι κάποτε ποθήσαμε. Ξυπνάς κάθιδρος˙ από αγωνία ή από ηδονή;

* * *

Ξαγρυπνάω κρυφακούγοντας το θηρίο. Το θηρίο με ονειρεύεται. Ποιος κατοπτεύει ποιον;

IV

Γι' αυτό το λένε θηρίο˙ γιατί τρομάζει. Εμείς τον τρόμο μας τον ξορκίζουμε και τον λέμε πότε λογική και πότε αλήθεια. Δηλαδή ψέμματα. Το θηρίο τρομάζει και γι' αυτό μας τρομάζει.

* * *
Τίποτα πιο θλιβερό, τίποτα που να μου γεννά περισσότερη θλίψη από τον χλευασμό του θηρίου στο τσίρκο.

* * *

Το θηρίο επέστρεψε˙ στο κλουβί ή στο δάσος; Έτσι αντιλαμβάνομαι τη θεωρία της σχετικότητας.

V

Επιτέλους, χορεύω μαζί με το θηρίο. Στροβιλιζόμαστε σε ασύλληπτο ουρανό. Τριγύρω ένα σχεδόν διάφανο γαλάζιο. Το θηρίο γίνεται άγγελος κι εγώ η ιδέα που τον περιβάλλει. Γιατί, όπως και να 'χει, κάποτε υπήρξε το allegro con grazia. Αν για μια φορά συνέβη, συμβαίνει πια για πάντα μέσα στο μυαλό μου. Κι αυτό, καμιά κανονικότητα δεν μπορεί να μου το πάρει.

VI

Αυτό που ξεχωρίζει
το θηρίο
είναι που δε γνωρίζει
από θάνατο.

* * *

Μια θάλασσα βαθιά και σκοτεινή είναι τα μάτια του θηρίου. Κι εγώ που πάντα πρόσεχα τα λόγια των αρχαίων ναυτικών "να την φοβάσαι και να την αγαπάς" κρατάω πάνω απ' όλα.

* * *

Το θηρίο δεν αγγίζει˙ αγγίζεται.
Το θηρίο δε φιλάει˙ φιλιέται.
Εγώ μονάχα αποφεύγω να το σκέφτομαι,
μην πάει και μου καταπιεί το στόμα.

* * *

Ούτε θηρίο ήταν ούτε τίποτα.
Ένας μικρός μικρούλης μόνο πρίγκιπας.

VII

Το θηρίο κοιμάται. Το θηρίο ξυπνάει. Τρώει μια μπουκιά ματαιοδοξία. Και ξανακοιμάται. Η Ποίηση κανοναρχεί ερήμην του.

* * *
Φύγε, θηρίο μου, και πέτα. Η σκέψη σου διεκδικεί με πείσμα να ποτίζει σα μυρωδιά τα έπιπλα.

* * *
Το θηρίο που δεν ήσουν και το θηρίο που δεν ήμουν δεν συναντήθηκαν ποτέ.




το θηρίο στο σπίτι (VII)




Το θηρίο κοιμάται. Το θηρίο ξυπνάει. Τρώει μια μπουκιά ματαιοδοξία. Και ξανακοιμάται. Η Ποίηση κανοναρχεί ερήμην του.

* * *

Φύγε, θηρίο μου, και πέτα. Η σκέψη σου διεκδικεί με πείσμα να ποτίζει σα μυρωδιά τα έπιπλα.

* * *

Το θηρίο που δεν ήσουν και το θηρίο που δεν ήμουν δεν συναντήθηκαν ποτέ.



Τετάρτη, Ιανουαρίου 14, 2009

το θηρίο στο σπίτι (VI)




Αυτό που ξεχωρίζει
το θηρίο
είναι που δε γνωρίζει
από θάνατο.
* * *
Μια θάλασσα βαθιά και σκοτεινή είναι τα μάτια του θηρίου. Κι εγώ που πάντα πρόσεχα τα λόγια των αρχαίων ναυτικών "να την φοβάσαι και να την αγαπάς" κρατάω πάνω απ' όλα.
* * *
Το θηρίο δεν αγγίζει˙ αγγίζεται.
Το θηρίο δε φιλάει˙ φιλιέται.
Εγώ μονάχα αποφεύγω να το σκέφτομαι,
μην πάει και μου καταπιεί το στόμα.
* * *
Ούτε θηρίο ήταν ούτε τίποτα.
Ένας μικρός μικρούλης μόνο πρίγκιπας.

Τρίτη, Ιανουαρίου 13, 2009

το θηρίο στο σπίτι (V)




Επιτέλους, χορεύω μαζί με το θηρίο. Στροβιλιζόμαστε σε ασύλληπτο ουρανό. Τριγύρω ένα σχεδόν διάφανο γαλάζιο. Το θηρίο γίνεται άγγελος κι εγώ η ιδέα που τον περιβάλλει. Γιατί, όπως και να 'χει, κάποτε υπήρξε το allegro con grazia. Αν για μια φορά συνέβη, συμβαίνει πια για πάντα μέσα στο μυαλό μου. Κι αυτό, καμιά κανονικότητα δεν μπορεί να μου το πάρει.


το θηρίο στο σπίτι (IV)



Γι' αυτό το λένε θηρίο˙ γιατί τρομάζει. Εμείς τον τρόμο μας τον ξορκίζουμε και τον λέμε πότε λογική και πότε αλήθεια. Δηλαδή ψέμματα. Το θηρίο τρομάζει και γι' αυτό μας τρομάζει.


* * *


Τίποτα πιο θλιβερό, τίποτα που να μου γεννά περισσότερη θλίψη από τον χλευασμό του θηρίου στο τσίρκο.


* * *


Το θηρίο επέστρεψε˙ στο κλουβί ή στο δάσος; Έτσι αντιλαμβάνομαι τη θεωρία της σχετικότητας.



το θηρίο στο σπίτι (ΙΙΙ)




Σου μιλάω από τα σπλάχνα του θηρίου˙ με κατασπάραξε. Τώρα η φωνή μου πάλλεται μέσα του αντί για την καρδιά του. Όποιος δεν το 'χει πάθει θα το 'λεγε εκδίκηση.

* * *
Η ζωή με το θηρίο είναι ο εφιάλτης που όλοι κάποτε ποθήσαμε. Ξυπνάς κάθιδρος˙ από αγωνία ή από ηδονή;

* * *
Ξαγρυπνάω κρυφακούγοντας το θηρίο. Το θηρίο με ονειρεύεται. Ποιος κατοπτεύει ποιον;




το θηρίο στο σπίτι (II)




Φοράω τα ρούχα του θηρίου και ντύνομαι το φόβο του. Γιατί θηρίο είναι ακριβώς επειδή φοβάται. Αν λείψει ο φόβος, τότε παύει να είναι θηρίο και γίνεται σκέψη. Έτσι χάνεται στο αχανές.

* * *

Το θηρίο ήρθε έτσι όπως έφυγε˙ σαν ξένος. Ποτέ κανείς δεν θα μάθει πόσα "ευτυχώς" καθρεφτίστηκαν στα πάλλευκα χέρια του.


* * *

Το θηρίο κάθεται με τα πόδια ανοιχτά. Κλειστή έχει μόνο την καρδιά του˙ και κλειδωμένη τη θέληση.



Δευτέρα, Ιανουαρίου 12, 2009

το θηρίο στο σπίτι



Το θηρίο αναδιπλώνεται πάνω στους τοίχους. Το θηρίο με βλέπει. Η αλήθεια είναι ότι αποφεύγει να με κοιτάζει˙ φοβάται μήπως πυρακτωθούν τα μάτια του ή φοβάται μήπως δεν μπορέσω παρά πια μόνο αυτά να κοιτάζω. Η καρδιά μου βρυχάται όπως το φαγκότο μετά το 2:10. Κάθε Παθητική Συμφωνία δεν μπορεί παρά να έχει ένα τέτοιο finale. Adagio lamentoso. Θυμάμαι το alegro con grazia και τώρα που το σκέφτομαι ξαναζώ το alegro molto vivace. Το θηρίο λείπει. Ξυπνώ κι όμως περιφέρεται ακόμη μέσα στο άδειο σπίτι. Μυρίζω παντού την αγωνία του. Γιατί το θηρίο είμ' εγώ...


Πέμπτη, Ιανουαρίου 01, 2009

2009...




Ο αχειροποίητος. Ήρθες για να με πάρεις.

Κοιτάζεις αινιγματικά και περιμένεις. Διεκδικούμε

το ίδιο απαλό μωβ. Δεν με πειράζει. Αφού με δίδαξες

να πολεμώ κακούς μαντατοφόρους

και να βρίσκω μίτο για τους ολόφωτους λαβυρίνθους.

Εσύ τον βρήκες τάχα τον παράδεισο; Και τον κατοίκησες,

αγάπη, πρίγκιπά μου;

Χωράω να μπω, έστω για λίγο, μέσα; Να τον μυρίσω;

Τόσο που σ’ έχω ερωτευτεί,

που μ’ έμαθες να μη φοβάμαι τις λέξεις,

μα καθαρές να τις γυρίζω άλλοτε βότσαλα κι άλλοτε

σπασμένα κοχύλια μες στο στόμα μου. Σ’ ακούω να μιλάς

ελευθερία

και σ’ ακούω να τραντάζεις τα όρια, να τα πλαταίνεις,

να μην τα σπας ποτέ. Μέσα στα σύνορα που χάραξες

διαχέεται το φως και γράφεται το άσπιλο κλειστό νησί σου.

Αν έφτασα στον κήπο αυτόν

μόνο για να σε συναντήσω, καλώς που έζησα.

Κι ας μοιράζομαι τώρα μαζί σου και πάντοτε

την ίδια ασύμμετρη σπίθα. Ο λίβας τού απόλυτου

ξέρει να κατακαίει ως κάτω πέρα στη θάλασσα.

Ο ανήλεος δαίμονας.