Σάββατο, Ιουνίου 02, 2007

Από το ψευδώνυμο στο ετερώνυμο : απάτη, ελευθερία ή μήπως δύναμη;

στην αυτόπτη μάρτυρα…

Είναι συχνή, αν και όχι πάντα κατανοητή από όλους, η χρήση ψευδωνύμων και ετερωνύμων στη λογοτεχνία. Οι περιπτώσεις του δικού μας Ελύτη και του Fernando Pessoa μιλούν ολοκάθαρα. Ποια είναι, αλήθεια, η ανάγκη που σπρώχνει έναν δημιουργό στην υιοθέτηση και χρήση ψευδωνύμου ή ετερωνύμου (ή και ετερωνύμων); Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι είναι ένα παιχνίδι συγκάλυψης που παίζει ο συγγραφέας, μια εξαπάτηση του αναγνώστη, ή και του ίδιου του εαυτού του. Πίσω απ’ αυτό κρύβει την προσωπική, την ιδιωτική του ζωή, το παρελθόν και το παρόν του, τις αδυναμίες, την δημόσια εικόνα του, εξασφαλίζει την ηρεμία και την απομόνωση που χρειάζονται στη δημιουργία του. Η εικόνα την οποία έχει χρεωθεί, την οποία κάποιες φορές έχει εξαναγκαστεί να υιοθετήσει ή την οποία έχει επιλέξει να έχει στην εξωλογοτεχνική του ζωή τον περιορίζει, του επιβάλλει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά (πολύ περισσότερο που σπανίως η καλλιτεχνική και δη η λογοτεχνική ιδιότητα είναι «κοινωνικά αποδεκτή»). Το ψευδώνυμο εξασφαλίζει στον συγγραφέα το κέλυφος μέσα στο οποίο συντελείται απρόσκοπτα η δημιουργία, καμιά φορά η κοσμογονία και η οντογένεση. Του χαρίζει ελευθερία. Λόγου, σκέψης, ελευθερία από την όποια ιδεολογία ή λογοτεχνική θεωρία μα πιο πάνω απ’ όλα ελευθερία απ’ τον ίδιο του τον εαυτό. Από αυτά που έχει μάθει να σκέφτεται, από αυτά που έχει συνηθίσει να υιοθετεί, καμιά φορά από κεκτημένη ταχύτητα, από δειλία ή και από συμφέρον ακόμα. Του χαρίζει και κάτι ακόμα· ένα ανάχωμα για να παρατηρεί. Ο καλλιτέχνης παρατηρεί τον κόσμο. Πάνω απ’ όλα παρατηρεί τους ανθρώπους. Ζει μέσα απ’ τις ζωές τους. Καμιά φορά ζει τις ζωές τους. Πρέπει γι’ αυτό να διαχέεται ανάμεσά τους απαρατήρητος κι όμως τόσο παρών. Το ψευδώνυμο του εξασφαλίζει αυτό το ιδιόμορφο φίλτρο μέσα απ’ το οποίο ο ίδιος βλέπει χωρίς να τον βλέπουν.

Ποια αξία έχει όμως η τέχνη δίχως την αλήθεια μας? Και εδώ έρχεται η αντίφαση. Αλήθεια μέσα από μιαν απάτη? Ναι, αν η απάτη αυτή απελευθερώνει, αν αποδεσμεύει δυνάμεις εγκλωβισμένες στα έγκατα του ασυνείδητου, στις συμπληγάδες του συνειδητού. Η ιδιότυπη «ανωνυμία» που εξασφαλίζει το ψευδώνυμο (και λέω ιδιότυπη γιατί, ωστόσο, εξασφαλίζει μιαν ιδιότυπη ταυτόχρονα «επωνυμία», μια αναγνωρισιμότητα στο μέτρο που ταυτίζουμε ένα συγκεκριμένο έργο με ένα όνομα, ένα φαντασιακό πρόσωπο) συγκαλύπτει τον δημιουργό και θωπεύει την περίφημη «καλλιτεχνική ανασφάλεια». Πόσες περιπτώσεις δεν μπορεί πρόχειρα να ανακαλέσει κανείς δημιουργών που κατάφεραν να αποκρύψουν πίσω από ένα ψευδώνυμο την κοινωνική τους θέση, την επαγγελματική τους ιδιότητα, ως και το φύλο τους, και να ανυψωθούν ελεύθεροι στη σφαίρα της ακέραιης δημιουργίας. Πιο σημαντική όμως κι απ’ την απελευθέρωση από τους κοινωνικούς ή άλλους περιορισμούς είναι η απελευθέρωση του συγγραφέα από τον ίδιο του τον εαυτό. Από τους ασυνείδητους φόβους, από τα πάθη του, κυρίως όμως από την αυτο-λογοκρισία στην οποία υποβάλλεται. Τολμά να μιλήσει ελεύθερα, να εκφραστεί ρηξικέλευθα, να συγκρουστεί ως και με τον ίδιο του τον εαυτό και τελικά να δικαιώσει τον ρόλο του ως δημιουργού και καλλιτέχνη.

Ένα βήμα πιο πέρα. Αν με το ψευδώνυμο ο συγγραφέας χτίζει έναν περίκλειστο παράδεισο για τη δημιουργική του σκέψη και δράση, με το ετερώνυμο αποδύεται στον αγώνα να γίνει ο ίδιος πρωτόπλαστος, να ανακαλύψει (ή να επινοήσει απ’ αρχής) την παραδείσια αλήθεια. Το ψευδώνυμο, πολύ περισσότερο το ετερώνυμο δημιουργούν ένα μύθο, σχηματίζουν την εικόνα ενός φαντασιακού δημιουργού που μιλά χωρίς να χρεώνεται την εικόνα του. Το έργο απομένει μόνο μια «καθαρή φωνή».

Τα περισσότερα του ενός ετερώνυμα καλύπτουν πολλαπλάσιες ανάγκες αυτο- και ετερο-συγκάλυψης. Ενώ το ψευδώνυμο προσφέρει συγκάλυψη από τους γύρω, το ετερώνυμο (ή τα ετερώνυμα) συγκαλύπτουν (αναδεικνύουν θα ’λεγα καλύτερα) όλες τις πτυχές της δημιουργικής ανάγκης και παρόρμησης του λογοτέχνη. Η περίπτωση του Pessoa (υιοθέτησε, ανάμεσα σε άλλα, τα ετερώνυμα Alvaro de Campos, Ricardo Reis και Alberto Caeiro, για την ποίηση, και Bernardo Soares για την πεζογραφία) που ένα ελάχιστο μέρος του έργου του δημοσίευσε όσο ζούσε, είναι ενδεικτική αυτής της παρόρμησης όχι απλά να κρυφτεί, αλλά να αναγεννηθεί μέσα από ένα ή περισσότερα ετερώνυμα.

Είναι αλήθεια ότι σήμερα έχει περιοριστεί η χρήση ψευδωνύμων και ετερωνύμων. Αυτό μπορεί να σημαίνει θάρρος να ορθώσουμε τη φωνή μας ή δειλία να φτάσουμε στα όρια της δημιουργικής μας αναζήτησης. Μήπως τελικά το ετερώνυμο εκτός από ελευθερία δίνει και δύναμη και έμπνευση; Γιατί, καθώς ο δημιουργός υιοθετεί μιαν άλλη περσόνα, διαφορετικής ψυχοσύνθεσης (ολότελα δικής του κι όμως έως τότε άγνωστής του), αναλαμβάνει δίχως συμπλέγματα να υποδυθεί ρόλους, να φτάσει στην ουσία της μίμησης και να περάσει ακόμη πιο πέρα, στην αυθεντικότητα, όχι πια της αναπαράστασης, αλλά της «ποίησης», της αληθινής δημιουργίας ζωής. Μπορεί πιο εύκολα να μετατίθεται όχι από σκέψη σε σκέψη αλλά από τρόπο σκέψης σε τρόπο σκέψης. Κι αυτό όχι από διάθεση πειραματισμού μόνο (πειραματισμός που μπορεί να τον φτάσει να ανακαλύψει πτυχές της δημιουργικότητάς του που ποτέ ως τότε δεν είχε συλλάβει), αλλά και από αληθινή εσωτερική ανάγκη. Γιατί μέσα σε έναν δημιουργό, στον κάθε άνθρωπο, πόσο μάλλον σ’ αυτόν που αισθάνεται την ανάγκη της πράξης εντονότερη, ενυπάρχουν πολλές διαφορετικές οπτικές, ακούγονται πολλές φωνές, που όλες, καθεμιά χωριστά για τον εαυτό της, θέλουν να ακουστούν. Όμως όχι σε ένα συνονθύλευμα, αλλά καθαρές, ατόφιες, μόνες και ξέχωρες. Κι η καθεμιά φωνή μπορεί έτσι να πειραματίζεται, να φθείρεται, ως και να αναλώνεται ακόμη, αλλά με διάθεση αγαθοποιό· χωρίς να βλάπτει ή να συμπαρασύρει τις άλλες.

Το ετερώνυμο πολλές φορές ενυπάρχει μέσα στο ίδιο το έργο ως λογοτεχνικό προσωπείο, ως «ρόλος», ως ήρωας. Αυτό είναι μια άλλη υπόθεση. Ωφέλιμη, αλλά ωστόσο διαφορετική. Ο λογοτέχνης δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζεται με όσα η περσόνα του πρεσβεύει (αν και τις περισσότερες φορές κι αυτή η λειτουργία φέρει κάποια, αν όχι και όλα τα στοιχεία της σκέψης του δημιουργού). Απεναντίας μπορεί τα όσα η περσόνα του εκφράζει να υπονομεύουν αυτά που ο ίδιος πιστεύει, να τα θέτουν εν αμφιβόλω, να λειτουργούν ως επιχείρημα ab opposito. Αλλά, όταν το ετερώνυμο καλύπτει ένα ολοκληρωμένο λογοτεχνικό έργο και το σφραγίζει, τότε η ελευθερία και η μετατόπιση του δημιουργού είναι καθολική. Το ζητούμενο είναι να αντέξει αυτή την πλαστοπροσωπία, την πολυπροσωπία και να μην χάσει μέσα από αυτή την πολυσχιδία την ψυχή του. Γιατί αυτή πάμε να βρούμε μέσα από την τέχνη.

(Οι λευκοφόροι εννοείτωσαν).

14 σχόλια:

just me είπε...

Μικρή ψηφίδα _σ' ένα κείμενο που λέει τόσο πολλά τόσο αποκαλυπτικά με τον συνήθη τόσο λιτό και τόσο συμπυκνωμένο τροπο_ μια αναφορά στον πολύτιμο (για μένα) Μανόλη Αναγνωστάκη και στον φανταστικό ομότεχνο "συνοδοιπόρο" του, τον Μανούσο Φάσση, με τη γλώσσα του οποίου μπόρεσε να εκφράσει τον άλλο, τον εσώτερο εαυτό του (τον σατιρικό τον αυτοσαρκαστικό, τον κριτικό, τον τρυφερό με τα παιδικά ποιήματα) σε καιρούς δύσκολους, άχαρους και κάπως γκρίζους, που κανείς δεν ήθελε να τον ξέρει αλλιώς από "στρατευμένο" _εκείνος όμως ήξερε πως όλα βασανίζουν στη ζωή και έπρεπε να βρει τρόπο να μιλήσει και γι' αυτά.

Θεοδόσης Βολκώφ είπε...

Σε διαβάζω και σε χαίρομαι. Οξυδερκής και ειλικρινής.

Την καλησπέρα μου, φίλε...


Βολκώφ

Ανώνυμος είπε...

Κανείς δε θα μπορούσε να τα πει καλύτερα.
Μια παρατήρηση μόνο. Νομίζω πως όταν πίσω απ’ την λεγόμενη περσόνα βρίσκεται ένα σοβαρό άτομο, τότε περσόνα και πρόσωπο ταυτίζονται και το ψευδώνυμο χρησιμοποιείται για λόγους απελευθέρωσης και λιγότερης αυτολογοκρισίας όπως άριστα περιγράφεις στην πρώτη και δεύτερη παράγραφο.
Κάποιες φορές όμως το φορτίο του ψευδωνύμου είναι τόσο βαρύ που λες το καίω ή το πετάω; και άλλες φορές τόσο ταυτόσημο με την ετερωνυμία ή επωνυμία σου που λες τώρα αποκαλύφθηκα…;
Και τότε αναρωτιέσαι: Θέλεις;

Ανώνυμη

Τάσος Ν. Καραμήτσος είπε...

Κάθε κομμάτι σου
-ποίημα ή δοκίμιο-
ένα καλό μάθημα
Σου ταιριάζει ο τίτλος του Δάσκαλου.
Καλησπέρα φίλτατε Γιάννη

Λεία Βιτάλη συγγραφέας είπε...

Πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις. Θα σταθώ μόνο σ' αυτό που λες ότι στη σύγχρονη εποχή δεν συναντάμε πολλά ψευδώνυμα ή ετερώνυμα. Αν εξαιρέσει κανείς τον Γιασμίνα Χάντρα (που είχε πολύ συγκεκριμένους πολιτικούς λόγους να μη χρησιμοποιεί το όνομά του, είναι στρατιωτικός) και κάποιες άλλες περιπτώσεις πολυγραφότατων συγγραφέων που ίσως για λόγους εμπορικούς έπαιζαν με πολλά ονόματα, σήμερα πράγματι μοιάζει ο συγγραφέας, μετά και από την απελευθέρωση που χάρισε η ψυχανάλυση, να έχει αποδεχτεί την πολυπλοκότητα του εαυτού του. Δέχεται πιο εύκολα την έκθεσή του, μάλιστα διαπιστώνουμε πολλές φορές ότι την επιδιώκει κιόλας. Η περίφημη "ανασφάλεια του συγγραφέα" έρχεται αντιμέτωπη με τον επίσης περίφημο "ναρκισσισμό του συγγραφέα". Θεωρώ ότι η ανάγκη μιας άλλης περσόνας ανάγεται πλέον σε περιπτώσεις ψυχανασμού. Αλλά τότε έχει ακραίο ενδιαφέρον η περίπτωση. Γιατί υπόσχεται την ανάδυση σκοτεινών βιωμάτων, δεν είναι μόνο ένας πειραματισμός.

Mh Xeirotera είπε...

Tha htan paradokso an h dhmiurgikotita tu Kallitexnh (oxi tu opiou kallitexnh) dexotan avasanista ena dedomeno onoma... ena proapofasismeno prosopio.

To thema einai ekseretika polyploko ki omos to kalipteis me tosh eparkeia.

Kalhmera :)

ellinida είπε...

Kατανοώ αν διαφωνώ. Η πρόκληση είναι να είναι μία η φωνή. Να έχεις το σθένος να αντέξεις την πολυπλοκότητα σου και να την φωνάξεις.
Μιά και λέγαμε για τον Ηράκλειτο. :)) Η φύση αγαπά να κρύβεται. Ορούν μόνο οι μυημένοι.
Kαλή σου μέρα! :))

Ανώνυμος είπε...

Κι εμείς εδώ που 'χουμε μάτια κι αγαπούμε
όντως θαυμάζουμε και άναυδοι σιωπούμε

alex είπε...

Εξαιρετικό το μπλόκ και το ποστ περί ψευδωνύμων.
Τα ένστικτα και τα αρχέτυπα λειτουργούν συνήθως υπόγεια κι αναδύονται κάθε μορφής περσόνες στη λογοτεχνία, στον κινηματογράφο αλλά και στην καθημερινή μας ζωή.
Εκτός από τον Γιασμίνα Χάντρα, υπάρχει και το ελληνικό παράδειγμα Σταύρος Κρητιώτης με το επίσης εξαιρετικό "Μηνολόγιο ενός απόντος"

o kairos είπε...

Εξαιρετικη μελετη.Για διδασκαλια σε νεους συγγραφεις,αλλα και τροφη για σκεψη σε καθ εναν που ειναι γραφιας.

Mh Xeirotera είπε...

Kalh sas mera a.m.P.

:)

reginarosasamat είπε...

ή δειλία να φτάσουμε στα όρια της δημιουργικής μας αναζήτησης

Ακόμη και να μη σημαίνει δειλία,στο τέλος εκεί καταλήγει για πολλούς και διάφορους λόγους, κοινούς όμως στον πυρήνα τους.Το φαίνομενικό είναι εκ φύσεως πιο περιορισμένο από το κρυφό. Ετσι δεν είναι;

Ελπίδα είπε...

Συμφωνώ πολύ μ' αυτό:
"Είναι αλήθεια ότι σήμερα έχει περιοριστεί η χρήση ψευδωνύμων και ετερωνύμων. Αυτό μπορεί να σημαίνει θάρρος να ορθώσουμε τη φωνή μας ή δειλία να φτάσουμε στα όρια της δημιουργικής μας αναζήτησης."

Ανώνυμος είπε...

Συμφωνώ απόλυτα με το ποστ σας. Αλλά πάντα ελλοχεύει η τυραννία του βιογραφισμού όταν διαβάζουμε ένα έργο. Σε μια εποχή που ο αναγνώστης μπήκε στο παιχνίδι μετά τον Γιάους και τη Θεωρία της δεξίωσης, άραγε πρέπει να ταυτίζουμε το πρόσωπο που γράφει μ' αυτό που αφηγείται; Και μήπως έχει καμία σημασία; Για μένα η επιλογή ψευδωνύμου είναι μια ακόμη πράξη τέχνης. Την καλημέρα μου