Το θηρίο κοιμάται. Το θηρίο ξυπνάει. Τρώει μια μπουκιά ματαιοδοξία. Και ξανακοιμάται. Η Ποίηση κανοναρχεί ερήμην του.
Πέμπτη, Ιανουαρίου 15, 2009
το θηρίο στο σπίτι (VII)
Το θηρίο κοιμάται. Το θηρίο ξυπνάει. Τρώει μια μπουκιά ματαιοδοξία. Και ξανακοιμάται. Η Ποίηση κανοναρχεί ερήμην του.
Τετάρτη, Ιανουαρίου 14, 2009
το θηρίο στο σπίτι (VI)
Αυτό που ξεχωρίζει
Τρίτη, Ιανουαρίου 13, 2009
το θηρίο στο σπίτι (V)
Επιτέλους, χορεύω μαζί με το θηρίο. Στροβιλιζόμαστε σε ασύλληπτο ουρανό. Τριγύρω ένα σχεδόν διάφανο γαλάζιο. Το θηρίο γίνεται άγγελος κι εγώ η ιδέα που τον περιβάλλει. Γιατί, όπως και να 'χει, κάποτε υπήρξε το allegro con grazia. Αν για μια φορά συνέβη, συμβαίνει πια για πάντα μέσα στο μυαλό μου. Κι αυτό, καμιά κανονικότητα δεν μπορεί να μου το πάρει.
το θηρίο στο σπίτι (IV)
Γι' αυτό το λένε θηρίο˙ γιατί τρομάζει. Εμείς τον τρόμο μας τον ξορκίζουμε και τον λέμε πότε λογική και πότε αλήθεια. Δηλαδή ψέμματα. Το θηρίο τρομάζει και γι' αυτό μας τρομάζει.
* * *
Τίποτα πιο θλιβερό, τίποτα που να μου γεννά περισσότερη θλίψη από τον χλευασμό του θηρίου στο τσίρκο.
* * *
Το θηρίο επέστρεψε˙ στο κλουβί ή στο δάσος; Έτσι αντιλαμβάνομαι τη θεωρία της σχετικότητας.
το θηρίο στο σπίτι (ΙΙΙ)
Σου μιλάω από τα σπλάχνα του θηρίου˙ με κατασπάραξε. Τώρα η φωνή μου πάλλεται μέσα του αντί για την καρδιά του. Όποιος δεν το 'χει πάθει θα το 'λεγε εκδίκηση.
* * *
* * *
το θηρίο στο σπίτι (II)
Φοράω τα ρούχα του θηρίου και ντύνομαι το φόβο του. Γιατί θηρίο είναι ακριβώς επειδή φοβάται. Αν λείψει ο φόβος, τότε παύει να είναι θηρίο και γίνεται σκέψη. Έτσι χάνεται στο αχανές.
* * *
* * *
Δευτέρα, Ιανουαρίου 12, 2009
το θηρίο στο σπίτι
Το θηρίο αναδιπλώνεται πάνω στους τοίχους. Το θηρίο με βλέπει. Η αλήθεια είναι ότι αποφεύγει να με κοιτάζει˙ φοβάται μήπως πυρακτωθούν τα μάτια του ή φοβάται μήπως δεν μπορέσω παρά πια μόνο αυτά να κοιτάζω. Η καρδιά μου βρυχάται όπως το φαγκότο μετά το 2:10. Κάθε Παθητική Συμφωνία δεν μπορεί παρά να έχει ένα τέτοιο finale. Adagio lamentoso. Θυμάμαι το alegro con grazia και τώρα που το σκέφτομαι ξαναζώ το alegro molto vivace. Το θηρίο λείπει. Ξυπνώ κι όμως περιφέρεται ακόμη μέσα στο άδειο σπίτι. Μυρίζω παντού την αγωνία του. Γιατί το θηρίο είμ' εγώ...
Πέμπτη, Ιανουαρίου 01, 2009
2009...
Ο αχειροποίητος. Ήρθες για να με πάρεις.
Κοιτάζεις αινιγματικά και περιμένεις. Διεκδικούμε
το ίδιο απαλό μωβ. Δεν με πειράζει. Αφού με δίδαξες
να πολεμώ κακούς μαντατοφόρους
και να βρίσκω μίτο για τους ολόφωτους λαβυρίνθους.
Εσύ τον βρήκες τάχα τον παράδεισο; Και τον κατοίκησες,
αγάπη, πρίγκιπά μου;
Χωράω να μπω, έστω για λίγο, μέσα; Να τον μυρίσω;
Τόσο που σ’ έχω ερωτευτεί,
που μ’ έμαθες να μη φοβάμαι τις λέξεις,
μα καθαρές να τις γυρίζω άλλοτε βότσαλα κι άλλοτε
σπασμένα κοχύλια μες στο στόμα μου. Σ’ ακούω να μιλάς
ελευθερία
και σ’ ακούω να τραντάζεις τα όρια, να τα πλαταίνεις,
να μην τα σπας ποτέ. Μέσα στα σύνορα που χάραξες
διαχέεται το φως και γράφεται το άσπιλο κλειστό νησί σου.
Αν έφτασα στον κήπο αυτόν
μόνο για να σε συναντήσω, καλώς που έζησα.
Κι ας μοιράζομαι τώρα μαζί σου και πάντοτε
την ίδια ασύμμετρη σπίθα. Ο λίβας τού απόλυτου
ξέρει να κατακαίει ως κάτω πέρα στη θάλασσα.
Ο ανήλεος δαίμονας.
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 22, 2008
Τρίτη, Δεκεμβρίου 16, 2008
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 15, 2008
Ο ουρανός είναι η ζεστή μας πατρίδα. Τον εγκαταλείπουμε συχνά, γιατί μας αρέσει το παιχνίδι με το άγνωστο, μας τραβά ο κίνδυνος της θάλασσας και του αγέρα, μας ελκύει μια άλλη καρδιά.
Όμως, επιστρέφουμε στον ουρανό, κι όταν τον λησμονήσουμε, όταν δεν σκεπτόμαστε πια τον τόπο όπου γεννηθήκαμε, και η ανάμνηση της παιδικής μας γης έπαψε να μας γοητεύει.
Μας διευθύνει λοιπόν η τυφλή ροή της ουσίας μας, που δεν την θάβει, φαίνεται, με την ύλη του το πλήθος των περιπετειών.
Γιώργος Σαραντάρης, Ο Ουρανός
Κυριακή, Δεκεμβρίου 14, 2008
το κύμα η πλώρη εκέρδιζεν οργιά με την οργιά.
Σ' έστειλε ο πρώτος τα νερά να πας για να γραδάρεις,
μα εσύ θυμάσαι τη Σμαρώ και την Καλαμαριά.
Ξέχασες κείνο το σκοπό που λέγανε οι Χιλιάνοι
-- Άγιε Νικόλα φύλαγε κι Αγιά Θαλασσινή. --
Τυφλό κορίτσι σ' οδηγάει, παιδί του Modigliani,
που τ' αγαπούσε ο δόκιμος κ' οι δυο Μαρμαρινοί.
Νερό καλάρει το fore peak, νερό και τα πανιόλα,
μα εσένα μια παράξενη ζαλάδα σε κινεί.
Με στάμπα που δε φαίνεται σε κέντησε η Σπανιόλα
ή το κορίτσι που χορεύει απάνω στο σκοινί:
Απάνου στο γιατάκι σου φίδι νωθρό κοιμάται
και φέρνει βόλτες ψάχνοντας τα ρούχα σου η μαϊμού.
Εχτός από τη μάνα σου κανείς δε σε θυμάται
σε τούτο το τρομαχτικό ταξίδι του χαμού.
Ο ναύτης ρίχνει τα χαρτιά κι ο θερμαστής το ζάρι
κι αυτός που φταίει και δε νογάει, παραπατάει λοξά.
Θυμήσου κείνο το στενό κινέζικο παζάρι
και το κορίτσι που 'κλαιγε πνιχτά μες στο ρικσά.
Κάτου από φώτα κόκκινα κοιμάται η Σαλονίκη.
Πριν δέκα χρόνια μεθυσμένη μου 'πες «σ' αγαπώ».
Αύριο, σαν τότε, και χωρίς χρυσάφι στο μανίκι,
μάταια θα ψάχνεις το στρατί που πάει για το Dépôt.
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 08, 2008
Τώρα για πάντα πια κοιμάται.
Τώρα τα μούσκλια και τα χόρτα
με δάχτυλα που δε λαθεύουν
το άνθος ανοίγουν του μυαλού του.
Και το τραγουδιστό του αίμα
κυλάει σε βάλτους και λειβάδια,
γλιστράει στο σύγκρυο των κεράτων,
άψυχο στέκει στην ομίχλη,
σε βουβαλιών σκοντάφτει πόδια,
σα μια πλατιά, μια λυπημένη,
μια σκοτεινή γλώσσα, ώσπου τέλμα
να γίνει από αγωνία, πλάι
στον Γουαδαλκιβίρ των άστρων.
Fedrico Garcia Lorca
(απόδοση στα ελληνικά Νίκος Γκάτσος)
Σάββατο, Νοεμβρίου 22, 2008
Σάββατο, Νοεμβρίου 15, 2008
ένα φως αλλιώτικο την κάθε μέρα ανοίγεται στα σύννεφα κρατάει όριο στην αγκαλιά της απουσίας σου η προσευχή που ζω σαν σε αγγίζω βαθιά μέσα στο χάδι και των ματιών ο μαύρος ήχος γλυκό σημάδι
ένα φως αλλιώτικο την κάθε μέρα
ανοίγεται στα σύννεφα
κρατάει όριο στην αγκαλιά
της απουσίας σου
η προσευχή που ζω σαν σε αγγίζω
βαθιά μέσα στο χάδι
και των ματιών ο μαύρος ήχος
γλυκό σημάδι
Παρασκευή, Νοεμβρίου 14, 2008
Πέμπτη, Νοεμβρίου 06, 2008
Κυριακή, Νοεμβρίου 02, 2008
Πέμπτη, Οκτωβρίου 30, 2008
ΜK
Μόνος ξεκινά κανείς μέσα στην ποίηση, για να συντελεστεί το μέγα μυστήριο της ένωσης με τον άλλο. Τον κάθε άλλο. Τον εδώ ή τον πέρα. Τον εντός μας και τον δίπλα μας. Για να του ψιθυρίσουμε αλήθειες και όνειρα. Για να γυμνωθεί ο ποιητής ως την άκρα ταπείνωση. Και να εισπράξει την απροσμέτρητη ανταμοιβή. Τη μέθεξη στο θαύμα.
Τρίτη, Οκτωβρίου 28, 2008
ΜK
Σάββατο, Οκτωβρίου 25, 2008
ΜK
Τα τέρατα είναι παντού, είναι ολόγυρα κι εντός μας. Είναι εκείνα που εμποδίζουν την ψυχή, ελεύθερη και καθαρή, να πετάξει στο ταξίδι της ένωσής της με το αρχέτυπο, με το καθρέφτισμά της το άφθαρτο, το αιώνιο. Ποιος άραγε έξω απ’ τον ποιητή μπορεί να μπαινοβγαίνει απ’ τον έναν κόσμο στον άλλο, με ποια οδύνη, ποια απώλεια, με ποια δύναμη και αντλημένη από πού; Ποιος σκορπάει δίχως φειδώ τις δυνάμεις του, ποιος αφήνει το αίμα του να χύνεται, σαν το μελάνι πάνω στο χαρτί, ποιος, τέλος, κάνει την αποκοτιά να τριγυρνά σαν κριάρι ελεύθερος και να τσακίζει κλώνους άστρων;
Τετάρτη, Οκτωβρίου 22, 2008
ΜK
Η ποίηση τις περισσότερες φορές έχει τις ρίζες της στο παρελθόν, πάντα όμως ανήκει στο μέλλον. Ο ποιητής αντλεί δυνάμεις από το βιωμένο παρελθόν, από το δραματικό παρόν και τις μετουσιώνει σε ποιότητες μέλλοντος. Κι ακόμη παραπέρα. Βγαίνει έξω απ’ τη διάσταση του χρόνου. Βιώνει πολλές φορές το τραύμα της απόρριψης, της αμφισβήτησης, της άρνησης του καιρού του. Αλλά ο γνήσιος, ο συνειδητός ποιητής ξέρει πως γράφει για το άχρονο. Όχι για το παρελθόν, όχι για το παρόν, δεν γράφει καν για το μέλλον. Γράφει για το άχρονο. Εξαπολύει ενέργεια από τα έγκατα της δικής του καταβύθισης κι αυτή όλο διαστέλλεται για να οριοθετήσει τη θέση της στο άπειρο.
Τρίτη, Οκτωβρίου 21, 2008
ΜK
Κάθε ποιητής γράφει για να ανακαλύψει τον εαυτό του και μαζί τον κόσμο. Γράφει για να χτίσει απ’ αρχής ένα σύμπαν, να μπει και να το κατοικήσει. Στο σύμπαν αυτό δεν υπάρχει κανείς άλλος, παρά μονάχα ο ποιητής και η Ποίηση. Όσοι το προσεγγίζουν είναι επήλυδες που ευλογούνται να κοινωνήσουν σ’ αυτή την ιερή, την αμόλυντη σχέση, την καθαγιασμένη, που απλώνεται από την ύβρη της αλαζονείας ως την εξιλέωση της άκρας ταπείνωσης. Στο σύμπαν αυτό ο ποιητής είναι θεός και άνθρωπος, είναι αγαθοποιός και καταστροφέας, άγγελος και δαίμονας, και γύρω η Ποίηση, να ενώνει τις διαφορετικές αυτές διαστάσεις. Κανείς, ποτέ δεν μπορεί να μπει και να διαταράξει αυτή την λεπτή ισορροπία της οντογένεσης.
Κυριακή, Οκτωβρίου 19, 2008
ΜK
Πώς αιχμαλωτίζει κανείς τη στιγμή; Πώς αναμετριέται με την αιωνιότητα; Μέσα απ’ τον έρωτα. Και μέσα από την αλήθεια. Όταν σε ώρα κορυφής σταθείς να λογαριάσεις τα βήματα που έκανες, έχεις φτάσει πια να κοιτάζεις από την άλλη μεριά του ύψους, ξέρεις πως όσα σου απομένουν –πολλά ή λίγα δεν έχει σημασία– πρέπει να τα μετρήσεις καλά, να τα βαδίσεις στέρεα. Τότε είναι η ώρα για να αποτυπώσεις ένα ΜK. Ανάμεσα σε σένα και το χρόνο, στην αλήθεια και τη μνήμη. Σκαλίζεις τα αρχικά σου στην επιφάνεια του παντοτινού, μόνο γιατί το σκέφτηκες. Μόνο γιατί το θέλησες, αρκεί να εκβιάσεις την αιωνιότητα.
Δευτέρα, Οκτωβρίου 13, 2008
Κυριακή, Οκτωβρίου 12, 2008
Τετάρτη, Οκτωβρίου 08, 2008
8 Οκτωβρίου 2008
(πώς αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι)
Δευτέρα, Οκτωβρίου 06, 2008
Τετάρτη, Οκτωβρίου 01, 2008
Κυριακή, Σεπτεμβρίου 14, 2008
Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 10, 2008
τη Ζωή
και την Ποίηση
έτσι να τις ξοδεύεις,
Πρίγκιπά μου,
όπως ο Ραμόν
το γάλα
στην καρδάρα...
Κυριακή, Σεπτεμβρίου 07, 2008
στον σαμάνο απ' τον ουμάνο
τις τελευταίες μέρες ακούω μανιωδώς
κι ύστερα...πέφτω ξαφνικά πάνω σ' αυτή την είδηση.
το θαύμα ζει παντού,
ακόμη και
Σάββατο, Αυγούστου 30, 2008
Τρίτη, Αυγούστου 26, 2008
Τετάρτη, Αυγούστου 20, 2008
ο Ουμάνος κι ο Ρουμάνος
ένας τόσος δα Ουμάνος
κι ένας γίγαντας Ρουμάνος
αγαπήθηκαν
και σαν φίλοι στον αιώνα
μάδησαν μιαν ανεμώνα
και κοιμήθηκαν.
Σάββατο, Αυγούστου 02, 2008
Τρίτη, Ιουλίου 29, 2008
S i n f o n i a – σ υ μ φ ω ν ί α τ ο υ χ ρ ό ν ο υ
Ναι!
Συναίνεσε ο Χρόνος
Έτρεξε βήμα με ταχύτητα την πιο μικρή σου σκέψη,
Ευλογημένη διατάραξη,
Πάντοτε ζούσες να την περιμένεις
Χρόνια
Γυρίζοντας
Στο ίδιο σημείο πάντοτε βρισκόσουν, της αρχής
Του τέλους
Ο μίτος ένας κύκλος δίχως κόμπο.
Ναι!
Όχι, δεν είπες όχι, στον κρατημένο χώρο για το ναι
Έσκαψες να συλλάβεις σώμα
Που ακόμα ούτε μορφή, ούτε όνομα, μόνο το άγγιγμά του νιώθεις
Και το ξέρεις που σώμα σου έγινε.
Ήρθε να σε βρει
Σαν πάντα ανέτοιμο,
Σαν πάντα ολάνοιχτο στρωμμένο χώμα κάτω από μετεωρισμό
Να γέρνουν οι αγαπημένοι ν’ αναπαύονται στις σκέψεις που ζέσταινες
Αν και σε τόπο ξένο, εχθρικό πριν απ’ τη σύλληψη.
Όμως να,
Ακούγεται φωνή αναπάντεχη ώρα
Όπως ερχόταν καθαρή απ’ το πάντοτε
Κι έκλεινε πίσω σου σταυρώνοντας τις πόρτες
Όρθια, μες στον άνεμο πατώντας πάνω, κραταιά ως αιωνιότητα.
Έτσι βουβά, όπως γυρίζεις το βλέμμα,
Γύρισε ο κόσμος.
Και τώρα οι δυο μας Εγώ
Κι ανάμεσα
Μεταίχμιο κορμί που πάνω του φιλιά δαγκωματιές γράφω ποιος είμαι.
Ο πολύς, ο ατέλειωτος χρόνος
Απλώνεται
Σαν γενέθλια μέρα
Δίχως τέλος ορθώνεται γύρω σου
Μ’ ανοιχτές τις παλάμες ορίζοντα
Καρφωμένος σαν κέντρο από δρόμους φυγόκεντρους
Ξυπνούσες και κοιμόσουν με σύμβολο στα δυο σπασμένο μισό όνειρο
Τ’ άλλο μισό ψάχνοντας να συμπληρώσεις ανάγλυφα πρόσωπα άγνωστα
Μέλλον σου, πώς μπερδεύεται τώρα παρόν!
Ξαφνική, κατακόρυφη ανάληψη ως τον τόπο που σου ’λαχε
Πάνω σε γραμμές τραβηγμένες
Όταν πολύ πριν γεννηθείς εκείνος έλεγε
Και έκλαιγε πικρά
Μην και χυθεί απ’ τις παλάμες το φως το τρεμάμενο
Ακυρίευτο τον αφήνει και έρχεται, τώρα φως σου.
Έγινε κρίκος σφιχτός στο λαιμό και στη γλώσσα
Η αλήθεια συμπύκνωση έξω απ’ το σώμα σου
Που με μόχθους πολλούς, με ζητώ, ό,τι απέμεινε
Απ’ τα άνυδρα φρέατα, απ’ τα όνειρα τα ξερικά
Τη δροσίστηκες.
Ναι λοιπόν!
Δευτέρα, Ιουλίου 21, 2008
Paul Celan
αυτοί έσκαβαν.
Έσκαβαν κι έσκαβαν, έτσι περνούσε
η μέρα τους, η νύχτα τους. Και δε λάτρευαν θεό,
που, έτσι είχαν ακούσει, όλα αυτά τα ήθελε,
που, έτσι είχαν ακούσει, όλα αυτά τα γνώριζε.
Έσκαβαν και δεν άκουγαν τίποτα πια,
δεν έγιναν σοφοί, δεν επινόησαν κανένα τραγούδι,
δε βρήκαν καμιά γλώσσα.
Έσκαβαν.
Ήρθε γαλήνη, ήρθε θύελλα,
ήρθαν όλες οι θάλασσες.
Εγώ σκάβω, εσύ σκάβεις, σκάβει ως και το σκουλήκι,
κι αυτό που τραγουδά εκεί λέει: σκάβουν.
Ω ένα, κανένα, ουδένα, ω εσύ:
πού πήγε αυτό που δεν πήγαινε πουθενά;
Ω εσύ σκάβεις κι εγώ σκάβω,
κι εγώ σκάβω εντός μου ως εσένα
και στο δάχτυλό μας ξυπνά το δαχτυλίδι.
από το βιβλίο του Paul Celan, Die Niemandsrose
(dem Fürsten)
Τετάρτη, Ιουλίου 16, 2008
Emily Dickinson
I died for beauty
Πέθανα για την ομορφιά
Κι έρημη με έβαλαν στον τάφο
Κι έναν που πέθανε γι’ αλήθεια
Δίπλα μου έθαψαν μονάχο.
Ρώτησε γιατί είχα πεθάνει
Και είπα «για την ομορφιά»
«Εγώ» είπε «για την αλήθεια,
κι είμαστε τώρα συντροφιά».
Κι έτσι μια νύχτα σαν αδέλφια
Μιλήσαμε απ’ τα δώματά μας
Ώσπου έφτασαν στα χείλη μούσκλια
Και κάλυψαν τα ονόματά μας.
μετάφραση Γ.Ε.
αχ, Έμιλυ, Έμιλυ, σήμερα μου έκανες ένα δώρο ανέλπιστο, που από καιρό ζητούσα...
Κυριακή, Ιουλίου 13, 2008
Τάσος Λειβαδίτης
- Ο πρώτος στίχος
- Οι ορτανσίες
- Το παράπονο του ποιητή
(από τα Χειρόγραφα του Φθινοπώρου)
Πέμπτη, Ιουλίου 10, 2008
Rainer Maria Rilke
Alles noch nie gesagte
Πιστεύω σε όσα ανείπωτα ως τώρα παραμένουν.
Οι πιο μεγάλοι πόθοι μου θέλω να εκπληρωθούν.
Όσα δεν τόλμησε κανείς ποτέ να λαχταρήσει
Πρέπει για μένα πάντοτε να μοιάζουν προσταγή.
Αν είναι αμάρτημα αυτό, συχώρα με, Θεέ μου
Μα θέλω τώρα μοναχά ετούτο να σου πω:
Η πιο μεγάλη δύναμη πρέπει να είν’ η ορμή μου
Δίχως θυμό, χωρίς οργή, κανένα δισταγμό
Έτσι όπως τα μικρά παιδιά κι εσένα σ’ αγαπούν.
Σ’ αυτή την ξέχειλη, γοργή κι ορμητική πορεία
Μέσα από χίλιες αγκαλιές σε θάλασσα ανοιχτή
Όπως θεριεύει η κίνηση εμπρός και προς τα πίσω
Θέλω να εξομολογηθώ, θέλω να σου μιλήσω
Όπως κανείς ως σήμερα δεν σου ’χει απευθυνθεί.
Κι αν είν’ αυτό αλαζονικό, ας είμαι αλαζόνας
Ώστε να στέκει αντίκρυ σου αυτή μου η προσευχή
Τόσο σεμνή και μοναχή,
Μπροστά στο νεφελόγερτο ωραίο μέτωπό σου.
Τρίτη, Ιουλίου 08, 2008
Pablo Neruda
στα ωκεάνειά σου μάτια.
Εκεί στην μέγιστη πυρά η μοναξιά μου θεριεύει και φουντώνει,
κλείνοντας την αγκαλιά μου σαν του πνιγμένου.
Στέλνω μηνύματα κινδύνου στην απουσία των ματιών σου
των μυρισμένων θάλασσα ή ακτή δίπλα στον φάρο.
Απομένεις στο σκοτάδι, μακρινή γυναίκα,
στο βλέμμα σου κάποτε αναδύεται ακρογιαλιά του τρόμου.
Γερμένος τ' απογεύματα τινάζω τα δίχτυα της θλίψης μου
στη θάλασσα που συντρίβεται απ' τα ωκεάνειά σου μάτια.
Τα νυχτοπούλια ραμφίζουν τα πρώτα αστέρια
που λάμπουν όπως η ψυχή μου όταν σ’ αγαπώ.
Καλπάζει η νύχτα πάνω σε σκοτεινή φοράδα
σκορπίζοντας γαλάζια στάχια στον κάμπο.
Κυριακή, Ιουλίου 06, 2008
Paul Éluard
Η αγαπημένη
Όρθια στέκει πάνω από τα βλέφαρά μου
Και τα μαλλιά της είναι μέσα στα δικά μου
Έχει το σχήμα των χεριών μου
Έχει το χρώμα των ματιών μου
Βυθίζεται μες στη σκιά μου
Όπως λιθάρι μες στον ουρανό
Τα μάτια της πάντ’ αγρυπνούν
Και δε μ’ αφήνει πια να ησυχάσω
Τα όνειρά της μες στο πλέριο φως
Κάνουν τους ήλιους να αχνίζουν
Κάνουν κι εμένα να γελώ, να κλαίω μα και να γελώ,
Και να μιλώ δίχως να έχω τίποτα να πω.
μετάφραση Γ.Ε.
Σάββατο, Ιουνίου 28, 2008
στον Πρίγκιπα...
Άφησέ με πάντα
Στη δυστυχία ποτέ,
αλλά να υμνώ
Εσάς κατοικίες του ουρανού
εκεί που έχτισαν τον ναό
Και τρίποδα και βωμό
Όμως
κάτω απ’ τις κορφές
να υμνώ τον ήρωα
Της Γερμανίας τη νιότη – των παλαιών πόλεων την οργή –
ένας πολίτης έχει
Friedrich Hölderlin, Αποσπάσματα, στον Πρίγκιπα
Σάββατο, Ιουνίου 14, 2008
λυσιμελής...
Λυσιμελής, λυσιμελής,
μα ως πότε πια θα αμελείς;
Παρέλυσαν τα χέρια;
Κι αν δεν ακούγομαι αφελής,
μόλις αδειάσεις, με εκτελείς,
μόνο … να είν’ αιθέρια… ;)
Τρίτη, Ιουνίου 10, 2008
Το σ’ αγαπώ που δεν σου είπα
το έχω χάσει κάπου ανάμεσα στη δεύτερή μου σκέψη.
Μία στιγμή, τόσο διαρκεί, όσο η επιθυμία
και η ματαίωσή της, κι ύστερα
τόσες αμέτρητες στιγμές στην επανάληψη
της μνήμης, της ανάμνησης
και τώρα
στην ώρα αυτή που το διαβάζεις. Μάταιο
σ’ αγαπώ. Ή μάταια σ' αγαπώ;
Η απάντηση βρίσκεται πάνω στο χαρτί.
Και η τιμωρία επίσης.
Τρίτη, Ιουνίου 03, 2008
απορία
Πέμπτη, Μαΐου 29, 2008
converging lines
Στις 11 Μαρτίου 2008 στο Dasein πραγματοποιήθηκε ποιητική συνάντηση 4 βρετανών
(Julia Copus, Antony Dunn, Matthew Hollis και Clare Pollard)
και 4 ελλήνων ποιητών
(Μαριγώ Αλεξοπούλου, Γιάννης Ευθυμιάδης, Μιχάλης Παπαντωνόπουλος και Βασίλης Ρούβαλης)
στα πλαίσια του προγράμματος converging lines.
Θεωρία για την Κατάληξη του BIG BANG
Το Big Bang της σύλληψης –
μια στιγμή.
Πότε; Ούτε κι ο χρόνος δεν το ξέρει
στο χείλος της βουβής αταραξίας των νερών, λίγο πριν από την πτώση
κι έπειτα εκρήξεις ιδεών καταστερισμοί νοημάτων πλημμύρες
λέξεων εγκατακρημνίσεις αισθημάτων βροχή λεοντιδών και
φθόγγων
ώσπου να γεννηθεί εκεί στην άκρη της μοναδικότητας
ένας πλανήτης
βυθισμένος στην περίκλειστη σιωπή του…
Αργά αργά αναδύεται ωραία, γιατί πρώτη,
η Πανγαία του.
Και πάντα πίσω απ’ όλα αυτά βρίσκεται
ένας Νους
κι ένας αγώνας ανάμεσα
σε δύο θηρία – πες έρωτας.
Αρχίζουν τότε άνεμοι
και πότε κύματα, λίγο εδώ
λίγο εκεί κατατρώγοντας τον βράχο στο σχήμα μιας έλλειψης
ευεργετικά
ανελέητα
να γλείφουν το σώμα
που μια θα πέφτει στο βλέμμα του ενός κι άλλοτε
θα χαράζει τη συνείδηση του άλλου
ταξιδεύοντας.
Μέχρι πού; Ούτε κι εγώ δεν το ξέρω,
ούτε κι αυτό το ίδιο το γνωρίζει, έτσι καθώς γεννιέται
με την αναζήτηση του ορίου και με τη βεβαιότητα του τέλους του.
Συνεπώς
Το ποίημα είναι σύμπαν που διαρκώς διαστέλλεται.
Κυριακή, Μαΐου 18, 2008
Παρασκευή, Μαΐου 09, 2008
η μέρα ήτανε ζεστή και ποιητική...
dem Fürsten
Η Ποίηση είναι σαν τη σκιά. Όσο την κυνηγάς, τόσο εκείνη φεύγει. Κι όποτε πας να της ξεφύγεις, σε καταδιώκει ανελέητα.
Ποια μέρα είναι μέρα ποιητική, μέρα σύλληψης και μέρα δημιουργίας; Νομίζω, μια μέρα αδιάφορη. Η Ποίηση, θέλω να πω η σπουδαία Ποίηση – η απομακρυσμένη από τα άνυδρα γεγονότα κι από τα υπερεκτιμημένα συναισθήματα – είναι τις πιο πολλές φορές αποτέλεσμα μιας απαρατήρητης κανονικότητας. Είναι οι μέρες, οι ώρες που το μυαλό απομένει απολύτως καθαρό έξω από το σκοτάδι της θλίψης ή της ανησυχίας και πέρα από το θάμπος της χαράς που σβήνει τα μεγέθη όπως ο δυνατός ήλιος τα σχήματα και τα χρώματα. Και τότε, στην ουδέτερη ζώνη ενός γκρίζου είναι που αναδύεται το έως τότε ανέκφραστο.
Το ζήτημα είναι να μπορέσεις να το μεταφράσεις πρώτα στη συνείδησή σου κι ύστερα στη γλώσσα σου. Κι έπειτα να κρίνεις τι απ’ αυτό είναι καλό, τι αξίζει να κρατήσεις και τι να πετάξεις. Ο αληθινά μεγάλος δημιουργός κρίνεται και, για να μην πω κυρίως, σ’ αυτό το επώδυνο στάδιο. Δεν είναι η έμπνευση, η εμμανής γραφή, αλλά η νηφάλια επιλογή και η επεξεργασία που φέρνει την πιο μεγάλη οδύνη. Κι είναι εκεί που θα αρθεί κανείς πάνω από την τέχνη του, πάνω κι απ’ την ίδια του την αγάπη για την τέχνη. Μόνο που πολλές φορές – τις πιο πολλές φορές – χρειάζεται χρόνος, επανέλεγχος, κρίση πάνω στην κρίση, έξω από τη συναισθηματική βιωμένη αστάθεια της καθημερινότητας. Ή άλλοτε πάλι πρέπει όλα τούτα να τα ξεχάσεις. Και μαζί και την Ποίηση. Και τότε αυτή σαν εμμονή έρχεται και σε βρίσκει πάλι και πάλι εκβιάζοντας το μέλλον της, μέσα από σένα, μικρέ, μικρέ μου Υάκινθε…
Κυριακή, Απριλίου 20, 2008
Δευτέρα, Απριλίου 14, 2008
Τζένη Μαστοράκη
Μας κυνηγούν εχθροί και φαντάσματα, μας καταδιώκουν ώσπου φτάνουμε στο χείλος ενός γκρεμού. Κάποιοι θαρραλέοι – ή ίσως και δειλοί – ορμούν και πέφτουν στην άβυσσο. Και τότε, τι παράξενο, ενώ οι πιο πολλοί πέφτουν στο κενό, κάποιοι μένουν εκεί. Μετέωροι στο φως.
Πρέπει να ’ναι δύσκολη
η δουλειά του ποιητή.
Προσωπικά, δεν το ξέρω.
(Διόδια, σελ. 33)
ή
Τούτη την ύστερη ώρα
σε δυναστεύουν ακόμα
οι γραφιάδες, οι πόρνες
οι ιεροκήρυκες
και συ ονειρεύεσαι πάντα
μια επική συνθηκολόγηση
στις διαστάσεις του Δούρειου Ίππου.
(Διόδια, σελ. 40)
ή
Αποτάσσομαι, είπα, τον σατανά.
Έκανα δήλωση μετανοίας
στο Θεό και στην
καθεστηκυία τάξη.
(Διόδια, σελ. 41)
είναι ενδεικτικοί.
Συχνά η βάση του ποιήματος θεμελιώνεται στον κοινωνικό προβληματισμό:
Τώρα πια ξέρουμε
πως τα μήλα στα καφάσια
έχουνε τη δική τους λάμψη
και τα φτηνά παπούτσια
στα υπόγεια της Αιόλου
συνθέτουν βουβά το εμβατήριο
όλων των λαών της γης.
(Διόδια, σελ. 12)
Τα πρώτα υλικά είναι οι άνθρωποι, τα πράγματα, όσα μπορεί να δει κανείς στο επίπεδο του άμεσα αντιληπτού συντροφεμένα από νεανικό ρομαντισμό και μια διάθεση να βυθιστεί στον στοχασμό:
Βουλιάζουμε ολοένα και πιο βαθιά
μέσα μας.
Αποκρυπτογραφούμε τους ήχους
της απόλυτης σιγαλιάς
και οι κραυγές των χρωμάτων
μας πληγώνουν.
(Διόδια, σελ. 22)
Η μετεφηβική φωνή:
Δραπετεύει μέσα απ’ τις λέξεις
που δεν είπε.
Τρομάζει να περιμένει
αυτό που δε θα ’ρθει.
Τρομάζει στη σκέψη
αυτών που δεν έγραψε.
(Διόδια, σελ. 23)
Παρατηρεί με πλάγια ματιά τους θεσμούς και τους ανασυνθέτει:
Ο άγνωστος στρατιώτης
διεκδικεί τα δικαιώματα
της αφανείας του.
(Διόδια, σελ. 16)
Κυρίαρχο πρόσωπο το α΄πληθυντικό του συλλογικού βιώματος (αφού ακόμα η ποιήτρια μοιράζεται το αντιληπτό και το βιωμένο) και πιο δειλά και αραιά το α΄ενικό της εξομολόγησης και του αυτοπροσδιορισμού:
Οι μεγάλοι
κουβαλούν πάντα μέσα τους
το παιδί που υπήρξαν
στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο
το κορίτσι που δεν πρόφτασαν να φιλήσουν
έναν αγιάτρευτο καημό λαχανίδας.
Όνειρα συνοικιακά
σα μια μοτοσυκλέτα με καρότσα
για πολυμελείς οικογένειες.
Εμείς
κουβαλάμε, απλούστατα, μέσα μας
τους μεγάλους.
(Διόδια, σελ. 27)
Η Μαστοράκη
Διεκδικεί τη μοναδικότητα
της ύπαρξής της.
(Διόδια, σελ. 36)
Δραπετεύει μέσα απ’ τις λέξεις
που δεν είπε.
(Διόδια, σελ. 23)
Καταθέτει ακριβές λεπτομέρειες από τη ζωή της – πώς αλλιώς; – στοιχείο που παρακολουθεί κανείς ευδιάκριτα και στη δεύτερη συλλογή, Το Σόι:
Πρώτη πράξη η εγκατάσταση στον περίκλειστο παράδεισο της ποίησης. Δεύτερη: το ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Όταν βρεθεί κανείς στην επικράτεια της Ποίησης – συνήθως ξαφνικά και ανέλπιστα – μόλις συνειδητοποιήσει πού βρίσκεται και στρέψει το βλέμμα του πίσω, πρέπει να ξεκαθαρίσει λογαριασμούς με το παρελθόν, να κάψει τα φαντάσματα και να αγιοποιήσει τους αγαπημένους. Κι αφού τους στήσει εκεί στο ποιητικό εικονοστάσι, έπειτα, σαν να έχει μεταλάβει, πορεύεται προς την απόλυτη ελευθερία.
Η ίδια το είχε προβλέψει πολύ νωρίτερα :
Περνάω τώρα στην ηλικία των διαπιστώσεων.
(«αυτοβιογραφία», Διόδια, σελ. 49)
Στο Σόι παλιά χρέη και οφειλές ξεπληρώνονται. Κυριαρχούν οι παρελθοντικοί χρόνοι της αναδρομής και της αφήγησης. Μπροστά στα μάτια τού αναγνώστη παρελαύνουν συγγενικά πρόσωπα, παραμύθια, δοξασίες, κοινωνικά σχόλια, ό,τι συνθέτει δηλαδή την έννοια του Σογιού και όχι της Οικογένειας (η επιλογή του τίτλου είναι εύστοχη συμπύκνωση των προθέσεων της ποιήτριας). Κυριαρχεί κι εδώ το α΄ενικό της εξομολόγησης αλλά και το β΄ενικό της «συνενοχής». Ο αναγνώστης γίνεται αποδέκτης και συνένοχος της ένοχης αποκάλυψης. Δραματοποιημένος, θαρρείς πως το κάθε ποίημα γράφεται για να του αποκαλυφθεί ή για να του ομολογήσει. Οι τίτλοι είναι ενδεικτικοί: τα γεννητούρια, οικογενειακό συμβούλιο, τα παντρολογήματα, η χαρά της μητρότητας, αλλά και η θεία Πέρδικα, ο Θανάσης. Στήνεται ένα πολυάνθρωπο σκηνικό φτιαγμένο από παιδικές μνήμες, εφηβικές πληγές και νεανική ορμή. Η ματιά της ποιήτριας είναι κριτική απέναντι στον κόσμο αλλά και απέναντι στον εαυτό της. Είναι εντυπωσιακό το πώς διαπλέκει το προσωπικό με το συλλογικό βίωμα, την προσωπική ή οικογενειακή μυθολογία με την Ιστορία και την Ποιητική ιδωμένα μέσα από την σκληρή, δηκτική ματιά του αιώνιου έφηβου. Η γλώσσα της είναι απλή, με την ανελέητη ειλικρίνεια και ευθύτητα του παιδιού που…δεν χαρίζεται:
Στο σημείο αυτό επιτρέψτε μου, κι ας μου επιτρέψει και η ίδια, μια απολύτως υποκειμενική κρίση (άλλωστε τι νομιμότερο στην Ποίηση από το υποκειμενικό;)
Ανάμεσα στο Σόι και στην τρίτη συλλογή, τις Ιστορίες για τα βαθιά υπάρχει ένα ποιητικό άλμα από τα πιο γενναία και απροσδόκητα στα ελληνικά ποιητικά μας πράγματα. Μια ποιητική μετατόπιση τόσο έντονη, σχεδόν κοσμογονική.
Με τις Ιστορίες για τα βαθιά συντελείται μια βαθιά αλλαγή στο ποιητικό σύμπαν της Μαστοράκη. Σχεδόν παύει να περισκοπεί τα ανθρώπινα (και μάλιστα πόσο απότομη η αλλαγή, αν κάνει κανείς συγκρίσεις με το κοινωνικό πανδαιμόνιο που επικρατεί στο Σόι) και εστιάζει στην προσωπική της σχέση με το ίδιο το ποιητικό φαινόμενο. Εγκαταλείπει τα ανθρώπινα δράματα για να αναζητήσει τα ποιητικά οράματα. Η Μαστοράκη επιλέγει μια καταβύθιση στην ίδια την ποιητική λειτουργία. Σχεδόν στο σύνολό τους τα ποιήματα της συλλογής είναι ποιήματα Ποιητικής. Ο ρόλος της Ποίησης, οι λειτουργίες του ποιητή, η ευλογία να μοιράζεσαι το αμετάδοτο, ο κοινωνός αποδέκτης. Αλλάζει ποιητική ματιά, εκφραστικούς τρόπους, ένταση και χροιά φωνής. Τα φαινομενικά πεζόμορφα ποιήματα κατακλύζονται από μέτρο και ρυθμό. Ο ίαμβος γίνεται το όχημα για να εκφραστούν οι πιο μύχιες ποιητικές της σκέψεις. Πρόκειται για ποίηση που παλινδρομεί ανάμεσα στο φως υψιπετών οραμάτων και στο σκοτάδι μύχιων αναζητήσεων. Σπάνια βρίσκει κανείς τόσο επιγραμματική διατύπωση της ποιητικής μοναξιάς και της μανίας καταδίωξης του ποιητή από τους δαίμονες και τους αγίους του:
Αλλά μόνος παντού ο κυνηγός και ξοπίσω του
διώκτες.
(Ιστορίες για τα βαθιά, σελ. 11)
Ο μέχρι πριν οικογενειακός μύθος τώρα ξεδιπλώνεται στο χρόνο˙ σαν να ακούει κανείς το τραγούδι ενός τροβαδούρου: θρύλοι από τους μέσους χρόνους, ζωγραφιές, λαθραίοι έρωτες, μουγκές λειτουργίες, μισόλογα, ώρες κατολισθήσεων, συλημένοι τύμβοι, το σέλας των πληγών στοιχειοθετούν ένα ποιητικό σύμπαν ψιθυριστό, γεμάτο από κρυφομιλήματα, για να υμνήσει την υπέρτατη αγάπη, πες την Ποίηση. Η Μαστοράκη βουτά στους αβλέμονες του ποιητικού λόγου, της σύλληψης, της ποιητικής ενόρασης:
Η Μαστοράκη εισέρχεται μέσα στη φωτιά του οράματος, στην αγριότητα του μύθου, παλεύει με τέρατα, με δράκους και επιστρέφει «μετά την αγωνία στα στενά, σώμα καμένο και χλωρό κεφάλι, κατάχλωρη απ’ τη φωτιά». Βυθίζεται σ’ έναν ύπνο βαθύ, σ’ έναν ένθεο λήθαργο. Και βλέπει. Μια γυναικεία φιγούρα, άλλοτε το ποιητικό υποκείμενο και άλλοτε την ίδια την Ποίηση. Η επικοινωνία ανάμεσα στις δυο είναι κωδικοποιημένη πλέον και ο αναγνώστης καλείται να εισέλθει μέσα στο ποιητικό αυτό άβατο αγνός και αγνώς, δηλαδή καθαγιασμένος.
Αρκετά από τα ποιήματα της συλλογής αυτής δίνουν την εντύπωση του ανολοκλήρωτου. Ο λόγος μένει να αιωρείται κρεμασμένος σε μια λέξη. Η Μαστοράκη συνειδητοποιεί το ανείπωτο, το ανέκφραστο ποιητικά και του παραδίνεται. Αφήνεται να βιώνει, να ακούει μόνο την Ποίηση, κι ας μην την εκφράζει με λόγια, και καλεί και τον αναγνώστη σ’ αυτό το μυστικό άκουσμα.
Κι έπειτα…σιωπή.
Μα –
όταν κάποιος έχει ανεβεί σε ύψη ποιητικής ελευθερίας,
όταν έχει εισέλθει «στο άγριο των οραμάτων»,
ίσως και να μην έχει ανάγκη να εκδίδει ποίηση,
αφού ολόγυρά του
Ποίηση αναδίδει.
Παρασκευή, Απριλίου 11, 2008
Τζένη Μαστοράκη
Οι νέοι διαβάζουν Τζένη Μαστοράκη
Αφιέρωμα στον ποιητικό Λόγο της Τζένης Μαστοράκη.
Μιλούν οι ποιητές
Μαριγώ Αλεξοπούλου
Γιάννης Ευθυμιάδης
και Βασίλης Ρούβαλης.
Νέοι ηθοποιοί διαβάζουν ποιήματά της.
Οι ερμηνεύτριες Μαρία Παπαγεωργίου & Νατάσσα Μποφίλιου τραγουδούν ποιήματά της, μελοποιημένα από το συνθέτη Θέμη Καραμουρατίδη.
Στο πιάνο ο συνθέτης.
ΚΥΡΙΑΚΗ 13 ΑΠΡΙΛΙΟΥ
8.00 μ.μ.
Δημαρχείο Υμηττού
Αίθουσα εκδηλώσεων
Πέμπτη, Απριλίου 10, 2008
Τρίτη, Απριλίου 08, 2008
Κι ούτε τα χέρια σου δεν έχω αγγίξει ακόμα.
Ούτε τη μυρωδιά σου κράτησα,
δεν περπατήσαμε μαζί
και δεν αφήσαμε τους ίσκιους μας σε ξαφνική λιακάδα.
Πού είσαι, πού είσαι, μακρινή μου αγάπη;
Πώς να μετράω πια το χρόνο,
αφού δεν είν’ εδώ τα δάχτυλά σου;
Σε ποιο θεό να προσευχηθώ με αφίλητα χείλη;
Πού είσαι, πού είσαι, σκοτεινή μου αγάπη;
Σάββατο, Μαρτίου 29, 2008
Κυριακή, Μαρτίου 16, 2008
Τετάρτη, Νοεμβρίου 21, 2007
Σάββατο, Νοεμβρίου 17, 2007
16-11-2007
ακούω και πάλι τα "σκίτσα". κάθε φορά μού αποκαλύπτονται όλο και πιο δυνατά.
Τρίτη, Νοεμβρίου 06, 2007
τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου...
Ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου
τη Χρύσα Αλεξοπούλου
τη Λεία Βιτάλη
την Ελένη Γκίκα
τον Γιώργο Γλυκοφρύδη
τον Δημήτρη Μαμαλούκα
την Αγγέλικα Παπανικολάου
και τον Βασίλη Ρούβαλη
που με τίμησαν με την παρουσία τους, τις έξοχες αναγνώσεις τους και τα θερμά σχόλιά τους.
Ευχαριστώ τον Ορέστη Ζαφειρόπουλο για τις εξαίσιες μουσικές που συνέθεσε και ερμήνευσε για τον «καινό διαιρέτη».
Ευχαριστώ από καρδιάς κι όλους τους φίλους που μοιράστηκαν τη συγκίνηση της βραδιάς μαζί μου.
Ευχαριστώ τους φίλους που, αν και βρίσκονταν μακριά, μου έστελναν την καλή τους ενέργεια.
Θερμές ευχαριστίες στους δυο οικοδεσπότες της εκδήλωσης, τον κύριο και την κυρία Σερέζη που άνοιξαν τον φιλόξενο χώρο της γκαλερί «ΑΡΓΩ» για ν΄ ακουστούν τα λόγια του «καινού διαιρέτη».
Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Η ποίηση γράφεται μέσα στη σιωπή. Από εκεί ξεκινά κι εκεί επιστρέφει. Ο «καινός διαιρέτης» φεύγει πια από μένα. Δικός σας τώρα. Λάβετε φάγετε…
Δευτέρα, Οκτωβρίου 22, 2007
Πέμπτη, Οκτωβρίου 18, 2007
Σάββατο, Οκτωβρίου 13, 2007
Λόγος περί ποιήσεως
"Η ποίηση αποτελεί σήμερα
μια κιβωτό"
συνέντευξη στη Σταυρούλα Σκαλίδη
(φιλολογική Βραδυνή, 13-10-2007)
Τρίτη, Οκτωβρίου 09, 2007
Κυριακή, Οκτωβρίου 07, 2007
Νεφέλη - Αργώ
η Νεφέλη έδωσε το χρυσόμαλλο κριάρι για τη διαφυγή και τη σωτηρία
η Αργώ ξανάφερε το χρυσόμαλλο δέρας πίσω στην πατρίδα
πόσο γλυκά σμίγουν οι μύθοι κι η ζωή μου...
Πέμπτη, Οκτωβρίου 04, 2007
Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 05, 2007
καινός διαιρέτης
Ρωμανού του Μελωδού μνήμη και αγάπη...
σαν άλλος ιάσονας πάνω στην αργώ όλοι οι αργοναύτες έτοιμοι η θάλασσα, άλλωστε, πάντα με περιμένει νωρίς το πρωί σκέφτηκα πως η λέξη αργώ ξεκινάει με ένα α και τελειώνει με ένα ω. Λες;
21 Σεπτεμβρίου 2006 -
21 Σεπτεμβρίου 2007
η χαρά,
όταν μοιράζεται με φίλους,
γίνεται διπλή
Δευτέρα, Ιουλίου 09, 2007
εν αναμονή... (ένα μεγάαααλο ποστ που γράφτηκε ανάποδα)
ET IN ARCADIA EGO
Το πρώτο γράμμα της σιωπής.
Όλα πια έχουν ειπωθεί.
τίποτα δεν υπήρξε,
αν δεν έγινε μνήμη.
κι αν ξεχαστεί,
θα πει πως δεν υπήρξε;
η φρίκη, όταν ξεχνιέται,
τρυπώνει στα όνειρά μας...
Μάνη, Οχιά,
ο περίκλειστος παράδεισος...
(καινός διαιρέτης, σελ. 37 και 54 - ως όφειλα...)
έτσι τον άφησα την Παρασκευή το μεσημέρι τον παράδεισο...
με στεγνωμένα χείλη και μια γύρω καταχνιά.
τώρα απ' τις πικροδάφνες έμεινε να φυτρώνει μόνο η πίκρα...
υπάρχουν, νομίζω, δυο λογιώ ποιητές:
αυτοί που χρησιμοποιούν την ποίηση
κι αυτοί που η ποίηση τους χρησιμοποιεί.
καλύτεροι ποιητές είναι οι δεύτεροι.
στον κατάλογο μπήκε... (εξαιρετικό το νέο site!)
από τον βιβλιοδέτη να δούμε πότε θα βγει...
ΔΙΑΚΟΠΗ ΓΙΑ...ΔΙΑΚΟΠΕΣ
για τρεις εβδομάδες...
στη θάλασσα μαζί,
που λέει και το τραγουδάκι.
μετά, πάλι εδώ μαζί.
ελπίζω και μαζί
με τον καινό διαιρέτη μου,
που για μένα έχει γίνει πια "παλιός"
- πώς αλλιώς; -
(αλλιώς τα είχα υπολογίσει, αλλιώς ήρθαν. αυτό το ποστ ξεχείλωσε πολύ. μου πικράθηκαν τα χείλη. περίεργο ήταν. χαρά και λύπη, λύπη και χαρά. πάντα έτσι ήταν, πάντα έτσι θα 'ναι. είναι καλό καμιά φορά να περπατάς πλάι στον θάνατο. να τον περιγελάς ακόμα καλύτερο, αν έχεις τη δύναμη. αλλιώς, τον ημερώνουν για σένα κάποια αστέρια. καληνύχτα μικρή μου. δικό σου. ψιθυριστά)
άτιμε βιβλιοδέτη!
μου 'σφιξες το λαιμοδέτη...
(πάνε κι οι βιβλιοδέτες διακοπές???!!!)
επέστρεψα κι ακόμα δεν
κι όμως καθόλου λύπη
εκεί ο χρόνος είχε σταματήσει
κι ο άγγελος μου ψιθύρισε να ξέρω να περιμένω
την αλήθεια
(πόσες φορές, αλήθεια, πεθαίνει κανείς;)
Θα καρώ Μοναχός των θαλερών πραγμάτων
Σεμνά θα υπηρετώ την τάξη των πουλιών
Στον όρθρο της Συκιάς από τις νύχτες θα 'ρχομαι
Κατάδροσος να φέρω στην ποδιά μου
Το κυανό το ρόδινο το μωβ
Και τις γενναίες του νερού ν' ανάβω
Σταγόνες ο γενναιότερος.
Οδυσσέα Ελύτη, Άξιον Εστί, ια΄
όταν επιστρέψω απ' το περιβόλι,
ύστερα από πέντε μέρες,
θα το κρατήσω επιτέλους στα χέρια μου.
(έφυγες στο 99.
κι εγώ που σκόπευα να γιορτάσω στα 100.
τώρα τι και γιατί;
αν η μνήμη είναι -και είναι- μια άλλη πραγματικότητα,
είσαι πάντα εδώ.
στα λόγια διάχυτα
την ευλογία σου κοινωνώ.)
ήσουν αστέρι και ξανάγινες...
|
μόνο λυπάμαι
που δεν πρόλαβα...
μα χαίρομαι
που πρόφτασα τουλάχιστον...
(αντίο, μικρή μου. να μου φιλήσεις τ' άστρα...)
αν κυλήσω
στο σύμπαν της σκέψης σου
ευθύγραμμα,
σαν νετρίνα,
θα ’χω τη βέβαιη γνώση
των διαστάσεων
της αγάπης μου;
(στην φίλη
που κρατάει καλή συντροφιά στην προσμονή μου)
άγγελε ελεύθερε
,να μου το προσέχεις...
κι ενώ ζω με την αναμονή, ο καινός διαιρέτης εμφανίστηκε εδώ. δεν ξέρω, να χαρώ που συγκίνησαν κάποιοι στίχοι ή να λυπηθώ που έρχονται να γίνουν απάντηση σε κάτι τόσο θλιβερό; γεννήθηκαν από μεγάλο πόνο και τώρα ντύνουν έναν άλλο... πάντα έτσι ήταν. πάντα έτσι θα 'ναι. όπως και να 'χει το αναπάντεχο μου θύμισε ότι η ζωή έρχεται να επιβεβαιώσει, να αντιγράψει καμιά φορά με τον πιο άσχημο τρόπο την τέχνη. είναι περίεργες οι μέρες και ανάκατα τα συναισθήματα. συμπαθάτε με...
έτοιμο το
[και επτά ποιήματα
από τον καινό διαιρέτη
στο (.poema..) του Βασίλη Ρούβαλη]